Κυριακή 31 Μαΐου 2015

Δοξαστικόν τῆς ἀκολουθίας της γονυκλισίας


(Ζωντανή ηχογράφηση στον Ι.Ν. Παντανάσσης Κατερίνης,
σήμερα, Κυριακή της Πεντηκοστής, 31 Μαΐου 2015)

Δόξα Πατρὶ...  Καὶ νῦν...  Ἦχος πλ. δ'

Δεῦτε λαοί, τὴν τρισυπόστατον θεότητα προσκυνήσωμεν, Υἱὸν ἐν τῷ Πατρί, σὺν ἁγίῳ Πνεύματι, Πατὴρ γὰρ ἀχρόνως ἐγέννησεν Υἱόν, συναΐδιον καὶ σύνθρονον, καὶ Πνεῦμα ἅγιον ἦν ἐν τῷ Πατρί, σὺν Υἱῷ δοξαζόμενον, μία δύναμις, μία οὐσία, μία θεότης, ἣν προσκυνοῦντες πάντες λέγομεν, Ἅγιος ὁ Θεός, ὁ τὰ πάντα δημιουργήσας δι' Υἱοῦ, συνεργείᾳ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Ἅγιος ἰσχυρός, δι' οὗ τὸν Πατέρα ἐγνώκαμεν, καὶ τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιον ἐπεδήμησεν ἐν κόσμῳ. Ἅγιος ἀθάνατος, τὸ Παράκλητον Πνεῦμα, τὸ ἐκ Πατρὸς ἐκπορευόμενον, καὶ ἐν Υἱῷ ἀναπαυόμενον, Τριὰς ἁγία, δόξα σοι.

ὁ Ἱερεὺς: Νῦν ἀπολύεις τον δοῦλόν σου, Δέσποτα, κατὰ τὸ ῥῆμά σου, ἐν εἰρήνῃ, ὅτι εἶδον οἱ ὀφθαλμοί μου τὸ σωτήριόν σου, ὁ ἡτοίμασας κατὰ πρόσωπον πάντων τῶν λαῶν, φῶς εἰς ἀποκάλυψιν ἐθνῶν, καὶ δόξαν λαοῦ σου Ἰσραήλ.

Φωτογραφίες από την σημερινή Θεία Λειτουργία της Πεντηκοστής και του Εσπερινού της Γονυκλισίας

















Εβδομαδιαίο Πρόγραμμα Ιερών Ακολουθιών


Ανακοίνωση Εσπερινού


Κυριακάτικο Κήρυγμα


Κυριακή τῆς Πεντηκοστῆς
(Ἰω. ζ΄ 37-52, η΄ 12)


Κυριακὴ τῆς Πεντηκοστῆς! Μεγάλη ἡ σημερινὴ ἑορτὴ γιὰ τὴν Ἐκκλησία, ἀφοῦ ἀποτελεῖ τὴν ἀρχὴ τῆς πορείας της στὴν ἱστορία γιὰ τὸν ἄνθρωπο καὶ τὸν κόσμο. Κι αὐτὴ τὴ μεγάλη ἡμέρα παρουσιάζεται ὁ Χριστὸς μέσα ἀπὸ τὸ Εὐαγγέλιο τοῦ Εὐαγγελιστοῦ Ἰωάννου, νὰ καλεῖ ὅλους τοὺς ἀνθρώπους νὰ ’ρθουν νὰ πιοῦν ἀπὸ τὸ δικό Του νερό, τὸ αἰώνιο, γιὰ νὰ ξεδιψάσουν.

Ὁ Χριστὸς καλεῖ συνεχῶς ὅπως τότε καὶ τώρα καὶ πάντα ἐκείνους ποὺ διψοῦν καὶ πεινοῦν γιὰ τὴ δικαιοσύνη Του καὶ τὴν ἀγάπη Του. «Ἐὰν τις διψᾷ, ἐρχέσθω πρὸς με καὶ πινέτω», ἀφοῦ ἡ πηγὴ εἶναι πάντα ρέουσα καὶ παρέχει τὸ «ὕδωρ τὸ ζῶν».

Καὶ «σ᾿ ἐκείνους, ποὺ κλεισμένοι σὰν μέσα σὲ σκοτεινὸ σπήλαιο -ἔτσι τοὺς φαντάσθηκε ὁ ἀρχαῖος φιλόσοφος στὴ «Πολιτεία του»- ἐναγώνια ζητοῦν νὰ μάθουν τὴν ἀλήθεια ὁ Χριστὸς θὰ διακηρύσσει πὼς «ἐγὼ εἰμι τὸ φῶς τοῦ κόσμου».

Ἐνῶ δὲ ὁ Χριστὸς διακηρύσσει ἐτοῦτες τὶς αἰώνιες ἀλήθειες καὶ ἐνῶ ἡ Ἐκκλησία προβάλλει συνεχῶς τὸ πρόσωπό Του, ὑπάρχουν καὶ ἐκεῖνοι ποὺ Τὸν τοποθετοῦν μέσα στὰ ἐγκόσμια πλαίσια. Καὶ οἱ ἄλλοι ποὺ Τὸν ἀμφισβητοῦν καὶ διαλογίζονται πονηρά.

Δὲν ἔλειψαν οὔτε τότε, μὰ οὔτε καὶ τώρα οἱ ἀμφισβητοῦντες καὶ οἱ ἀρνούμενοι. Ὅπως στὸ σημερινὸ Εὐαγγέλιο στὴν περιγραφὴ τοῦ Εὐαγγελιστοῦ Ἰωάννου. Γιὰ τοὺς ἄρχοντες δηλαδή, τοὺς πνευματικούς, κοινωνικοὺς καὶ πολιτικούς. Ὅλοι ἐτοῦτοι βάζουν τὰ πράγματα τῆς ζωῆς σὲ τάξη κατὰ πὼς ὁρίζει καὶ ἐξασφαλίζει ὁ νόμος. Γιατὶ γνωρίζουν μὲ τὸν νόμο, μὰ δὲν γνωρίζουν τὴν πίστη τοῦ λαοῦ, μήτε καταδέχονται ν᾿ ἀσχοληθοῦν μ᾿ αὐτήν.

Ἐὰν ὅμως ἔτσι τοποθετήσουμε τὰ πράγματα καὶ τοὺς δώσουμε αὐτὴ τὴ διάσταση, τότε βεβαίως ὁ νόμος εἶναι ἡ λύση. Γι᾿ αὐτὸ εἶναι πλανεμένος καὶ ἄθλιος, ὅποιος τὸν ἀγνοεῖ. «Ὁ ὄχλος οὗτος, ὁ μὴ γινώσκων τὸν νόμον, ἐπικατάρατοί εἰσιν».

Ὅλ᾿ αὐτὰ ὑπάρχουν καὶ πορεύονται κατὰ τοὺς ἀμφισβητοῦντες ἢ ἀρνουμένους τὴν πραγματικὴ ἀλήθεια, ὅπως ἐκφράζεται ἀπὸ τὸν Χριστό, καταγράφεται στὰ ἱερὰ Εὐαγγέλια, διαφυλάσσεται καὶ κηρύσσεται ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία.

Γι᾿ αὐτὸ ἐκείνοι ποὺ ἀμφισβητοῦν τὸν Χριστὸ καὶ προβάλλουν τὴν δική τους γνώμη ὡς ἀλήθεια καὶ ἐπειδὴ κάποιες φορὲς ἀδυνατοῦν νὰ τὴν ἐπιβάλουν στὸ λαό, «καταριώνται τοὺς ἀνθρώπους γιὰ τὴν ἄγνοια καὶ τὴν ἀμάθειά τους!»

Μά, ἐὰν προσέξουμε καλύτερα στὰ χρόνια ποὺ πέρασαν, θὰ παρατηρήσουμε πὼς ὑπάρχουν τὰ ἴδια πράγματα. Δηλαδὴ νὰ ἐπαναλαμβάνεται ἡ πρόσκληση τοῦ Χριστοῦ· «ἐὰν τις διψᾷ ἐρχέσθω πρός με καὶ πινέτω»· νὰ ὑπάρχουν ἐκεῖνοι ποὺ Τὸν ὁμολογοῦν δίχως καλά-καλά νὰ Τὸν γνωρίζουν.

Καὶ πιὸ ἐκεῖ αὐτοὶ ποὺ καλοπροαίρετα ἀμφιβάλλουν. Τέλος δὲ ἐκεῖνοι «ποὺ ἥσυχοι σὲ μιὰ «καθεστηκυῖα» τάξη καὶ κατοχυρωμένοι στὴν ἐξουσία, Τὸν ἀρνοῦνται».

Ἀγαπητοὶ ἀδελφοί, ὅλες αὐτὲς οἱ περιπτώσεις τῶν ἀνθρώπων, ὑπάρχουν στὸ σημερινὸ Εὐαγγέλιο. Μὰ ὑπάρχουν ἀκόμη καὶ στὴν καθημερινότητά μας. Καὶ συμβαίνει αὐτὸ γιατὶ οἱ ἄνθρωποι εἶναι μοιρασμένοι κατὰ πὼς ὁ καθένας γνωρίζει καὶ βιώνει τὸν λόγο τοῦ Χριστοῦ.

Ἔτσι, ὁ κάθε ἄνθρωπος, ἀκόμη κι αὐτοὶ οἱ λεγόμενοι ἄνθρωποι τῆς Ἐκκλησίας, θέλει νὰ ἑρμηνεύσει τὸ Εὐαγγέλιο ἀπὸ μόνος του ὡς αὐθεντία. Τὸ ἀποτέλεσμα εἶναι νὰ πέφτει σὲ λάθη, νὰ κατακερματίζει τὸ οὐράνιο μήνυμα, νὰ δημιουργεῖ, ἔστω καὶ ἄθελά του, αἱρετικὲς διδασκαλίες καὶ πλάνες. Καὶ τέλος, ποὺ εἶναι καὶ τὸ σπουδαιότερο, νὰ ἀχρηστεύει τὸν λόγο τοῦ Χριστοῦ.

Ὀφείλουμε ὅμως νὰ γνωρίζουμε πὼς ἀπὸ μόνοι μας ἀδυνατοῦμε νὰ ἑρμηνεύσουμε σωστὰ τὸ Εὐαγγέλιο, γι᾿ αὐτὸ μᾶς χρειάζεται ἡ παρουσία τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Αὐτὸ ἄλλωστε ἑορτάζουμε σήμερα, δηλαδὴ τὴν κάθοδο τοῦ Ἁγίου Πνεύματος καὶ τὴν ἀπὸ τότε παρουσία του στὸν κόσμο καὶ τὸν ἄνθρωπο. 

Καὶ μιὰ μονάχα προσευχὴ κάνουμε, νὰ μένει πάντα μαζί μας γιὰ νὰ μᾶς καθοδηγεῖ στὸ σωστὸ καὶ ἀληθινὸ δρόμο· νὰ μᾶς ἐνισχύει στὶς μικρὲς καὶ μεγάλες ἀδυναμίες μας· νὰ μᾶς βοηθάει νὰ σηκωθοῦμε ἀπὸ τὶς πολλὲς πτώσεις μας καὶ νὰ μᾶς ἁγιάζει καθημερινὰ μὲ τὴν χάρη Του.


Σάββατο 30 Μαΐου 2015

† Κυριακή 31 Μαΐου 2015 (τῆς Πεντηκοστῆς)

Ευαγγελική Περικοπή,

Ἐκ τοῦ κατά Ἰωάννην 
Κεφ. ζ΄: 37-52, η΄: 12

Τ
ῇ ἐσχάτῃ ἡμέρᾳ τῇ μεγάλῃ τῆς Ἑορτῆς, εἱστήκει ὁ ᾿Ιησοῦς καὶ ἔκραξε λέγων· Ἐάν τις διψᾷ, ἐρχέσθω πρός με καὶ πινέτω. Ὁ πιστεύων εἰς ἐμέ, καθὼς εἶπεν ἡ Γραφή, ποταμοὶ ἐκ τῆς κοιλίας αὐτοῦ ῥεύσουσιν ὕδατος ζῶντος. Τοῦτο δὲ εἶπε περὶ τοῦ Πνεύματος, οὗ ἔμελλον λαμβάνειν οἱ πιστεύοντες εἰς αὐτόν· οὔπω γὰρ ἦν Πνεῦμα ῞Αγιον, ὅτι ᾿Ιησοῦς οὐδέπω ἐδοξάσθη. Πολλοὶ οὖν ἐκ τοῦ ὄχλου ἀκούσαντες τὸν λόγον ἔλεγον· Οὗτός ἐστιν ἀληθῶς ὁ Προφήτης· Ἄλλοι ἔλεγον· Οὗτός ἐστιν ὁ Χριστός· Ἄλλοι δὲ ἔλεγον· Μὴ γὰρ ἐκ τῆς Γαλιλαίας ὁ Χριστὸς ἔρχεται; Οὐχὶ ἡ Γραφὴ εἶπεν, ὅτι ἐκ τοῦ σπέρματος Δαυῒδ, καὶ ἀπὸ Βηθλεὲμ τῆς κώμης, ὅπου ἦν Δαυΐδ, ὁ Χριστὸς ἔρχεται; Σχίσμα οὖν ἐν τῷ ὄχλῳ ἐγένετο δι᾿ αὐτόν. Τινὲς δὲ ἤθελον ἐξ αὐτῶν πιάσαι αὐτόν, ἀλλ᾿ οὐδείς ἐπέβαλεν ἐπ᾿ αὐτὸν τὰς χεῖρας. ῏Ηλθον οὖν οἱ ὑπηρέται πρὸς τοὺς Ἀρχιερεῖς καὶ Φαρισαίους, καὶ εἶπον αὐτοῖς ἐκεῖνοι· Διατί οὐκ ἠγάγετε αὐτόν; Ἀπεκρίθησαν οἱ ὑπηρέται· Οὐδέποτε οὕτως ἐλάλησεν ἄνθρωπος, ὡς οὗτος ὁ ἄνθρωπος. Ἀπεκρίθησαν οὖν αὐτοῖς οἱ Φαρισαῖοι· Μὴ καὶ ὑμεῖς πεπλάνησθε; μή τις ἐκ τῶν ἀρχόντων ἐπίστευσεν εἰς αὐτὸν, ἢ ἐκ τῶν Φαρισαίων; ἀλλ᾿ ὁ ὄχλος οὗτος, ὁ μὴ γινώσκων τὸν νόμον ἐπικατάρατοί εἰσι! Λέγει Νικόδημος πρὸς αὐτούς, ὁ ἐλθὼν νυκτὸς πρὸς αὐτόν, εἷς ὢν ἐξ αὐτῶν· Μὴ ὁ νόμος ἡμῶν κρίνει τὸν ἄνθρωπον, ἐὰν μὴ ἀκούσῃ παρ᾿ αὐτοῦ πρότερον, καὶ γνῷ τί ποιεῖ· Ἀπεκρίθησαν καὶ εἶπον αὐτῷ· Μὴ καὶ σὺ ἐκ τῆς Γαλιλαίας εἶ; ἐρεύνησον καὶ ἴδε ὅτι προφήτης ἐκ τῆς Γαλιλαίας οὐκ ἐγήγερται. Πάλιν οὖν αὐτοῖς ὁ ᾿Ιησοῦς ἐλάλησε λέγων· Ἐγώ εἰμι τὸ φῶς τοῦ κόσμου· ὁ ἀκολουθῶν ἐμοὶ οὐ μὴ περιπατήσῃ ἐν τῇ σκοτίᾳ, ἀλλ᾿ ἕξει τὸ φῶς τῆς ζωῆς.



Απόστολος,

Πράξεων τῶν Ἀποστόλων
Πραξ. β΄: 1-11

ν τῷ συμπληροῦσθαι τὴν ἡμέραν τῆς πεντηκοστῆς ἦσαν ἅπαντες οἱ ἀπόστολοι ὁμοθυμαδὸν ἐπὶ τὸ αὐτό. Καὶ ἐγένετο ἄφνω ἐκ τοῦ οὐρανοῦ ἦχος ὥσπερ φερομένης πνοῆς βιαίας, καὶ ἐπλήρωσεν ὅλον τὸν οἶκον οὗ ἦσαν καθήμενοι· καὶ ὤφθησαν αὐτοῖς διαμεριζόμεναι γλῶσσαι ὡσεὶ πυρός, ἐκάθισέ τε ἐφ᾿ ἕνα ἕκαστον αὐτῶν, καὶ ἐπλήσθησαν ἅπαντες Πνεύματος ῾Αγίου, καὶ ἤρξαντο λαλεῖν ἑτέραις γλώσσαις καθὼς τὸ Πνεῦμα ἐδίδου αὐτοῖς ἀποφθέγγεσθαι. ῏Ησαν δὲ ἐν ῾Ιερουσαλὴμ κατοικοῦντες ᾿Ιουδαῖοι, ἄνδρες εὐλαβεῖς ἀπὸ παντὸς ἔθνους τῶν ὑπὸ τὸν οὐρανόν· γενομένης δὲ τῆς φωνῆς ταύτης συνῆλθε τὸ πλῆθος καὶ συνεχύθη, ὅτι ἤκουον εἷς ἕκαστος τῇ ἰδίᾳ διαλέκτῳ λαλούντων αὐτῶν. Ἐξίσταντο δὲ πάντες καὶ ἐθαύμαζον λέγοντες πρὸς ἀλλήλους· Οὐκ ἰδοὺ πάντες οὗτοί εἰσιν οἱ λαλοῦντες Γαλιλαῖοι; Καὶ πῶς ἡμεῖς ἀκούομεν ἕκαστος τῇ ἰδίᾳ διαλέκτῳ ἡμῶν ἐν ᾗ ἐγεννήθημεν, Πάρθοι καὶ Μῆδοι καὶ ᾿Ελαμῖται, καὶ οἱ κατοικοῦντες τὴν Μεσοποταμίαν, ᾿Ιουδαίαν τε καὶ Καππαδοκίαν, Πόντον καὶ τὴν ᾿Ασίαν, Φρυγίαν τε καὶ Παμφυλίαν, Αἴγυπτον καὶ τὰ μέρη τῆς Λιβύης τῆς κατὰ Κυρήνην, καὶ οἱ ἐπιδημοῦντες ῾Ρωμαῖοι, ᾿Ιουδαῖοί τε καὶ προσήλυτοι, Κρῆτες καὶ ῎Αραβες, ἀκούομεν λαλούντων αὐτῶν ταῖς ἡμετέραις γλώσσαις τὰ μεγαλεῖα τοῦ Θεοῦ;



Εἰς τόν Ὄρθρον

Ἐκ τοῦ κατὰ Ἰωάννην
Κεφ. κ΄: 19-23

Ο
ὔσης ὀψίας τῇ ἡμέρᾳ ἐκείνῃ τῇ μιᾷ τῶν Σαββάτων, καὶ τῶν θυρῶν κεκλεισμένων ὅπου ἦσαν οἱ Μαθηταὶ συνηγμένοι, διὰ τὸν φόβον τῶν ᾿Ιουδαίων, ἦλθεν ὁ ᾿Ιησοῦς, καὶ ἔστη εἰς τὸ μέσον, καὶ λέγει αὐτοῖς· Εἰρήνη ὑμῖν. Καὶ τοῦτο εἰπὼν, ἔδειξεν αὐτοῖς τὰς χεῖρας καὶ τὴν πλευρὰν αὐτοῦ. Ἐχάρησαν οὖν οἱ Μαθηταὶ ἰδόντες τὸν Κύριον. Εἶπεν οὖν αὐτοῖς ὁ ᾿Ιησοῦς πάλιν· Εἰρήνη ὑμῖν· καθὼς ἀπέσταλκέ με ὁ Πατήρ, κἀγὼ πέμπω ὑμᾶς. Καὶ τοῦτο εἰπὼν, ἐνεφύσησε, καὶ λέγει αὐτοῖς· Λάβετε Πνεῦμα ῞Αγιον· ἄν τινων ἀφῆτε τὰς ἁμαρτίας, ἀφίενται αὐτοῖς, ἄν τινων κρατῆτε, κεκράτηνται.

Ὁ θάνατος τοῦ θανάτου

Anthony Bloom 
(Metropolitan of Sourozh
(1914- 2003)


Ἡ ἰδέα τοῦ θανάτου καὶ τῆς αἰώνιας ζωῆς διαπερνᾶ σὰν ἕνα κατακόκκινο νῆμα ὁλόκληρη τὴ Γραφή, τόσο τὴν Παλαιὰ ὅσο καὶ τὴν Καινὴ Διαθήκη καὶ ὁ θάνατος μᾶς παρουσιάζεται σὰν κάτι τὸ παράλογο, τὸ ἄσκοπο, κάτι τὸ ὁποῖο δὲ θὰ ἔπρεπε νὰ ὑπάρχει. 

Ὁ Ἀπ. Παῦλος μᾶς λέει (1 Κόρ.15.26) ὅτι ὁ τελευταῖος ἐχθρὸς ὁ ὁποῖος θὰ καταργηθεῖ ἀπὸ τὸν Κύριο εἶναι ὁ θάνατος. Ὁμολογοῦμε ὅτι κατὰ τὴν ἔσχατη μέρα θὰ γίνει ἡ ἀνάσταση τῶν νεκρῶν καὶ ἀναμένουμε τὴ νίκη κατὰ τοῦ θανάτου. Καὶ πραγματικά, ὁ Χριστὸς δὲ μᾶς δίδαξε πὼς θὰ ἀγωνιζόμαστε γενναῖα ἐναντίον τοῦ θανάτου, οὔτε καὶ μᾶς δίδαξε ἁπλῶς πῶς νὰ τὸν ἀντιμετωπίζουμε ἄφοβα: μᾶς ἔδειξε τὴ νίκη κατὰ τοῦ θανάτου.

Ὁ θάνατος δὲν ἀρχίζει ἀπὸ τὴ στιγμὴ κατὰ τὴν ὁποία ἡ ψυχὴ χωρίζεται ἀπὸ τὸ σῶμα- μπορεῖ κατὰ τὴ διάρκεια μιᾶς ζωῆς νὰ ὑπάρξει ἕνας ὁποιοσδήποτε ἀριθμὸς θανατηφόρων, φονικῶν στιγμῶν εἶναι πάρα πολλὲς ζωὲς ποὺ βρῆκαν τὸ τέλος τους ἐνῶ τὸ πρόσωπο ἐξακολούθησε τὴ ζωὴ πάνω στὴ γῆ: φτάνει κάποιος νὰ συνειδητοποιήσει ἤ νὰ φανταστεῖ ὅτι ἡ ζωὴ του εἶναι ἄσκοπη, ὅτι κανεὶς δὲν τὸν χρειάζεται, φτάνει νὰ αἰσθανθεῖ ὅτι ὅλοι τὸν ἔχουν ἀποστραφεῖ, παραμελήσει, γιὰ νὰ βρεθεῖ στὴ χώρα τοῦ θανάτου. 

Ὁ θάνατος στὴν πιὸ τρομακτικὴ καὶ ἀληθινὰ τελειωτικὴ μορφή του δὲν εἶναι ἡ σωματικὴ νέκρωσή μας ἀλλὰ ὁ χωρισμὸς ἀνάμεσα στὶς ἀποξενωμένες καρδιές: «εἶσαι ἀνεπιθύμητος, ἄχρηστος - εἶναι σὰν νὰ μὴν ὑπάρχεις πιά». Αὐτὴ εἶναι ἴσως ἡ πιὸ τρομακτικὴ ἁμαρτία τὴν ὁποία ἕνας ἄνθρωπος μπορεῖ νὰ διαπράξει ἔναντι κάποιου ἄλλου, νὰ τὸν κάνει νὰ αἰσθανθεῖ μὲ λόγια ἤ ἐνέργειες ὅτι εἶναι περιττὸς καὶ ἀνεπιθύμητος, ὅτι ἁπλῶς ὑπάρχει καὶ θὰ ἔκανε τὸ ἴδιο ἂν δὲν ἦταν ἐκεῖ.

Θυμηθεῖτε τὰ φοβερὰ λόγια τὰ ὁποία ὁ ἄσωτος γιὸς λέει στὸν πατέρα του στὴν ἀρχὴ τῆς παραβολῆς τοῦ Χριστοῦ: «Δῶσε μου τώρα τὸ μερίδιο τῆς κληρονομιᾶς τὸ ὁποῖο θὰ μοῦ ἀναλογεῖ ὅταν θὰ ἔχεις πεθάνει» (Λκ. 15.12). 

Αὐτὸ σημαίνει: «Δὲ μὲ ἐνδιαφέρει τὸ ἂν ζεῖς ἤ ἂν ἔχεις πεθάνει καὶ δὲ σὲ χρειάζομαι. Αὐτὸ ποὺ θέλω εἶναι ἐκεῖνο ποὺ θὰ μοῦ δοθεῖ ὅταν πιὰ δὲ θὰ ζεῖς. Φύγε ἀπὸ τὸ δρόμο μου, εἶσαι ἀνεπιθύμητος, στέκεσαι ἀνάμεσα σ' ἐμένα καὶ τὴν ἐλευθερία μου, τὴν ἱκανοποίηση τῶν ἐπιθυμιῶν μου. Ἂς συμφωνήσουμε ὅτι δὲν ὑπάρχεις πιά, ὅτι ἔχεις θαφτεῖ ζωντανός». Τί φοβερὰ λόγια! Τὰ λόγια ὅμως αὐτὰ τὰ ἐπαναλαμβάνουμε ἤ τὰ μεταδίδουμε στοὺς γύρω μας ἔστω καὶ χωρὶς νὰ τὰ προφέρουμε ὅταν τοὺς προσπερνοῦμε σὰν νὰ μὴν ὑπάρχουν, ἤ ἀκόμα χειρότερα σὰν νὰ μὴν ἔχουν τὸ δικαίωμα νὰ ζοῦν πάνω στὴ γῆ, σὰν νὰ ἀποτελοῦν ἐμπόδιο στὸ δρόμο μας.

Αὐτὴ εἶναι ἴσως ἡ πιὸ τρομακτικὴ ἄποψη στὸ καταστροφικὸ καὶ ἐναγώνιο μυστήριο τοῦ θανάτου, καὶ αὐτὸ εἶναι κάτι τὸ ὁποῖο ὑπῆρχε πρὶν ἀπὸ τὸν ἐρχομὸ τοῦ Χριστοῦ. Αὐτὴ εἶναι ἡ κόλαση στὴν ὁποία κατέβηκε μετὰ τὸ Σταυρικό Του θάνατο.

Ἡ κόλαση ἐκείνη δὲν ἦταν αὐτὴ γιὰ τὴν ὁποία μιλᾶμε σὰν γιὰ τόπο βασανισμοῦ, ὅσο φοβερὸς κι ἂν μπορεῖ νὰ εἶναι αὐτός, ἦταν κάτι πολὺ πιὸ τρομακτικό: ἦταν ὁ τόπος ὅπου δὲν ἦταν ὁ Θεός, τόπος ἀπόλυτου, τέλειου, ἀνέλπιδου χωρισμοῦ ἀπὸ τὸ Θεὸ καὶ τόπος ἀποξένωσης τοῦ ἀνθρώπου ἀπὸ τὸν ἄλλο ἄνθρωπο. Αὐτὴ ἦταν ἡ κόλαση στὴν ὁποία περιφρονημένος ἀπὸ τοὺς ἀνθρώπους στὴ γῆ καὶ ἀφοῦ εἶχε ξαφνικὰ αἰσθανθεῖ πάνω στὸ σταυρὸ τὸν Ἑαυτὸ Του ἐγκαταλελειμμένο ἀπὸ τὸ Θεὸ (Ματθ. 27.46), ἡ κόλαση τοῦ ἀπόλυτου χωρισμοῦ. 

Ὅταν λέμε ὅτι ὁ Χριστὸς μὲ τὸ θάνατό Του πάτησε τὸ θάνατο, ὅτι ὁ Ἅδης ἔχει κατατροπωθεῖ καὶ κενωθεῖ ἐννοοῦμε ὅτι ὁ θάνατος ἐκεῖνος καὶ ἡ κόλαση ἐκείνη δὲν ὑπάρχουν πιά. Δὲν ὑπάρχει πιὰ χωρισμὸς ἀπὸ τὸ Θεό: ὁ ἴδιος ὁ Θεὸς ἔχει κατεβεῖ στὸν Ἅδη καὶ δὲν ὑπάρχει πιὰ μέρος στὸ ὁποῖο ὁ Θεὸς δὲν εἶναι παρὼν μαζὶ μὲ τὰ πλάσματά Του.

Ὁ Χριστὸς ἔχει κατεβεῖ καὶ στὴν κόλαση τῶν σκληρῶν ἐπίγειων ἀνθρώπινων σχέσεων, τὸ πεδίο τῆς ἀμοιβαίας ἀποξένωσης καὶ ἀποστροφῆς, τῆς ἀλληλοκαταστροφῆς καὶ τοῦ μίσους. Ὅταν λοιπὸν κατεβαίνουμε σὲ μιὰ τέτοια κόλαση ἤ ὅταν σερνόμαστε μέσα της ἀπὸ ἕνα φρικιαστικὸ ἀνθρώπινο πεπρωμένο δὲν εἴμαστε μόνοι: ὁ Κύριος εἶναι ἐκεῖ ἔχοντας ἑκούσια εἰσέλθει καὶ καλεῖ ἐμᾶς τοὺς Χριστιανοὺς νὰ εἰσέλθουμε στὰ βάθη αὐτὰ τοῦ Ἅδη θεληματικά, σὰν ἄνθρωποι ζωντανοί, ἀνίκητοι καὶ ἀκαταμάχητοι - ὄχι σὰν νεκροὶ ἀλλὰ σὰν ἄνθρωποι οἱ ὁποῖοι ζοῦν μὲ ὅλο τὸ βάθος καὶ τὴ δύναμη τῆς αἰώνιας ζωῆς.

Ὁ Χριστός, σύμφωνα μὲ τὴ μαρτυρία τοῦ Εὐαγγελιστῆ Ἰωάννη (Ἰω. 17.3), λέει ὅτι ἡ αἰώνια ζωὴ εἶναι ἡ γνώση τοῦ Οὐράνιου Πατέρα ὡς τοῦ μόνου ζωντανοῦ Θεοῦ καὶ τοῦ Χριστοῦ ὡς γιοῦ Του καὶ ὡς Σωτήρα. Αὐτὴ εἶναι ἡ κληρονομιά μας, αὐτὸς εἶναι ὁ θησαυρός μας· μποροῦμε νὰ εἰσέλθουμε στὰ βάθη τῆς κόλασης, νὰ βυθιστοῦμε στὸ ὁποιοδήποτε σκοτάδι τῆς γῆς ἤ τοῦ Ἅδη χωρὶς φόβο διότι ὁ Θεὸς ὄχι μόνο βρίσκεται κοντά μας ἀλλὰ καὶ ἔχει κατεβεῖ ἐκεῖ πρὶν ἀπὸ μᾶς· ὁ Θεὸς δὲν εἶναι μόνο κοντά μας ἀλλὰ μέσω τοῦ βαπτίσματος, τῆς δωρεᾶς τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, τῆς Θείας Κοινωνίας εἶναι μέσα μας κι ἐμεῖς μέσα σ' Ἐκεῖνον κι εἴμαστε φόβος καὶ τρόμος γιὰ κεῖνες τὶς περιοχές.

Ὁ παροδικὸς θάνατος, ὅπως συχνὰ τὸ λένε οἱ προσευχὲς καὶ τὰ συγγράμματα τῆς ἐκκλησίας εἶναι ἕνας ὕπνος, ἕνας προσωρινὸς χωρισμὸς ὁ τελειωτικὸς ὅμως ἐκεῖνος χωρισμὸς ὁ ὁποῖος ἀποτελοῦσε τὸν τρόμο τοῦ ἀρχαίου κόσμου δὲν ὑπάρχει πιά, δὲν εἶναι ἀνάγκη νὰ τὸν φοβούμαστε. 

Ὁ θάνατος δὲν ὑπάρχει, ἔχει ὑπερνικηθεῖ ἀπὸ τὴν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ. Ὅσο γιὰ τὸ θάνατο γιὰ τὸν ὁποῖο μίλησα προηγουμένως, τὴ ζωντανὴ νέκρωση τοῦ προσώπου ποὺ εἶναι ἀνεπιθύμητο, ἄχρηστο, ἀποδιωγμένο καὶ ξεχασμένο, αὐτὴ δὲν πρέπει νὰ ὑπάρχει καὶ στὸ χέρι μας εἶναι νὰ κάνουμε ὥστε νὰ μὴν ὑπάρχει στὸν κόσμο γύρω μας. 

Ἂς προσπαθήσουμε λοιπὸν νὰ δείχνουμε τὴν ἴδια προσοχή, τὴν ἴδια διαίσθηση καὶ εὐαισθησία ποὺ θὰ ἔδειχνε ὁ Χριστὸς καὶ σὲ ὁποιονδήποτε πεθαίνει ὄχι μόνο μὲ τὸ σωματικὸ ἀλλὰ καὶ μὲ αὐτὸ τὸν πνευματικὸ θάνατο ἂς δώσουμε τὴ μαρτυρία ὅτι θάνατος δὲν ὑπάρχει, ὅτι ἔχει ἔλθει ἡ Βασιλεία, ὅτι ἡ ἀγάπη καθυπόταξε τὸ θάνατο μὲ τὸν ἀγώνα της πάνω στὸ Σταυρὸ καὶ μὲ τὴ νίκη της μέσα στὶς καρδιές μας.

Παρασκευή 29 Μαΐου 2015

Τί εἶναι τὸ Ἅγιο Πνεῦμα καὶ τί δίνει στὸν ἄνθρωπο


Τὸ Ἅγιο Πνεῦμα εἶναι ὁ Θεός, τὸ τρίτο πρόσωπο τῆς Ἁγίας Τριάδος, παντοδύναμο ὅπως ὁ Πατέρας καὶ ὁ Υἱός. Τὸ Ἅγιο Πνεῦμα ζωογονεῖ, ἐμψυχώνει καὶ ἐνδυναμώνει τὰ πλάσματα. 


Αὐτὸ δίνει στὰ ζῶα τὴ ζωή, στοὺς ἀνθρώπους τὸ νοῦ καὶ στοὺς χριστιανοὺς τὴν ἀνώτερη ζωή, τὴν πνευματική. Αὐτὸ φωτίζει τὸν ἄνθρωπο καὶ τὸν βοηθάει νὰ μπεῖ στὴ βασιλεία τῶν οὐρανῶν.

Τὸ Ἅγιο Πνεῦμα δίνεται στὸν καθένα μας ὄχι σύμφωνα μὲ τὴν ἀξία τῶν καλῶν ἔργων του, ἀλλὰ δωρεάν, σύμφωνα μὲ τὸ ἔλεος τοῦ Θεοῦ, γιὰ τὴ σωτηρία του.


Στὴ συνέχεια θὰ δοῦμε τί χαρίζει στὸν ἄνθρωπο τὸ Ἅγιο Πνεῦμα

1. Ὅταν κατοικήσει μέσα στὸν ἄνθρωπο τὸ Ἅγιο Πνεῦμα, τοῦ δίνει πίστη καὶ φωτισμό.Χωρὶς Αὐτό, κανεὶς δὲν μπορεῖ νὰ ἔχει ἀληθινὴ καὶ ζωντανὴ πίστη. Χωρὶς τὸ φωτισμό Του, καὶ ὁ πιὸ σοφὸς καὶ μορφωμένος ἄνθρωπος εἶναι ὁλότελα τυφλὸς ὡς πρὸς τὰ ἔργα τοῦ Θεοῦ καὶ τὴν κτίση Του. Ἀπεναντίας, τὸ Ἅγιο Πνεῦμα μπορεῖ νὰ φωτίσει ἐσωτερικὰ καὶ τὸν πιὸ ἀμόρφωτο καὶ ἁπλοϊκὸ ἄνθρωπο, νὰ τοῦ ἀποκαλύψει ἄμεσα τὰ ἔργα τοῦ Θεοῦ καὶ νὰ τοῦ προσφέρει τὴ γλυκειὰ γεύση τῆς βασιλείας Του. Ὁ ἄνθρωπος ποὺ ἔχει μέσα του τὸ Ἅγιο Πνεῦμα, αἰσθάνεται στὴν ψυχή του ἕνα ἀσυνήθιστο φῶς, ποὺ τοῦ ἦταν ὁλότελα ἄγνωστο μέχρι τότε.

2. Τὸ Ἅγιο Πνεῦμα γεννάει στὴν καρδιὰ τοῦ ἀνθρώπου τὴν ἀληθινὴ ἀγάπη. Ἡ ἀληθινὴ ἀγάπη εἶναι σὰν μία καθαρὴ φωτιά, μία πηγὴ θερμότητας, ποὺ ζεσταίνει τὴν καρδιά. Εἶναι μία ρίζα, ποὺ βλαστάνει μέσα στὴν καρδιὰ ὅλα τὰ καλὰ ἔργα. Γιὰ τὸν ἄνθρωπο ποὺ ἔχει ζωογονηθεῖ ἀπὸ τὴν ἀληθινὴ ἀγάπη, τίποτα δὲν εἶναι δύσκολο, φοβερὸ ἢ ἀδύνατο. Γι' αὐτὸν κανένας νόμος δὲν εἶναι βαρύς, καμιὰ ἐντολὴ δὲν εἶναι ἀνεφάρμοστη. Ὅλα του εἶναι εὔκολα.

Ἡ πίστη καὶ ἡ ἀγάπη, ποὺ χαρίζει στὸν ἄνθρωπο τὸ Ἅγιο Πνεῦμα, εἶναι τόσο μεγάλα καὶ δυνατὰ ὄπλα στὰ χέρια του, πού, ἂν τὰ ἔχει, μπορεῖ εὔκολα, ἄνετα, μὲ χαρὰ καὶ γαλήνη νὰ βαδίσει τὸ δρόμο ποὺ βάδισε ὁ Χριστός.

3. Τὸ Ἅγιο Πνεῦμα δίνει ἀκόμα στὸν ἄνθρωπο δύναμη, γιὰ ν' ἀντιστέκεται στοὺς πειρασμοὺς τοῦ κόσμου. Ἔτσι, χρησιμοποιεῖ βέβαια τὰ ἐπίγεια ἀγαθά, ἀλλὰ σὰν περαστικὸς ταξιδιώτης, χωρὶς νὰ κολλάει σ' αὐτὰ τὴν καρδιά του. Ἀντίθετα, ὁ ἄνθρωπος ποὺ δὲν ἔχει μέσα του τὸ Ἅγιο Πνεῦμα, ὅσο μορφωμένος καὶ ἔξυπνος κι ἂν εἶναι, μένει πάντα δοῦλος καὶ αἰχμάλωτος τοῦ κόσμου.

4. Τὸ Ἅγιο Πνεῦμα δίνει στὸν ἄνθρωπο καὶ σοφία. Αὐτὸ τὸ βλέπουμε κατεξοχὴν στοὺς ἁγίους ἀποστόλους, πού, πρὶν λάβουν τὸ Ἅγιο Πνεῦμα, ἦταν ἀγράμματοι καὶ ἁπλοϊκοὶ ἄνθρωποι, ὕστερα ὅμως κανεὶς δὲν μποροῦσε ν' ἀντισταθεῖ στὴ σοφία καὶ τὴ δύναμη τοῦ λόγου τους.

Τὸ Ἅγιο Πνεῦμα χαρίζει σοφία ὄχι μόνο στὰ λόγια τοῦ ἀνθρώπου, ἀλλὰ καὶ στὶς πράξεις του. Ἔτσι, λ.χ., ἐκεῖνος ποὺ ἔχει μέσα του τὸ Πνεῦμα, πάντα θὰ βρεῖ τὸ χρόνο καὶ τὸν τρόπο νὰ φροντίσει γιὰ τὴ σωτηρία του, ἀκόμα καὶ μέσα στὸ θόρυβο τοῦ κόσμου.

5. Τὸ Ἅγιο Πνεῦμα χαρίζει τὴν ἀληθινὴ χαρά, τὴν καρδιακὴ εὐτυχία καὶ τὴν ἀσάλευτη εἰρήνη. Ὁ ἄνθρωπος ποὺ δὲν ἔχει μέσα του τὸ Ἅγιο Πνεῦμα, ποτὲ δὲν μπορεῖ νὰ χαρεῖ ἀληθινά, νὰ εὐχαριστηθεῖ καθαρά, νὰ νιώσει τὴν εἰρήνη ποὺ γλυκαίνει τὴν ψυχή. Εἶναι ἀλήθεια ὅτι κάπου κάπου χαίρεται. Μὰ ἡ χαρά του εἶναι στιγμιαία καὶ ὄχι καθαρή. Κάπου-κάπου διασκεδάζει. Μὰ οἱ διασκεδάσεις του εἶναι πάντα κενές, ἀνούσιες, καὶ μετὰ ἀπ' αὐτὲς τὸν κυριεύει μία ἀκόμα μεγαλύτερη στενοχώρια. Κάπου-κάπου εἶναι ἤρεμος. Μὰ ἡ ἠρεμία του δὲν εἶναι ἡ πνευματικὴ εἰρήνη, εἶναι νάρκη τῆς ψυχῆς. Καὶ ἀλίμονο σ' ἐκεῖνον ποὺ δὲν προσπαθεῖ καὶ δὲν θέλει νὰ ξυπνήσει ἀπ' αὐτὴ τὴ νάρκη!

6. Τὸ Ἅγιο Πνεῦμα δίνει καὶ τὴν ἀληθινὴ ταπείνωση. Ὁ ἄνθρωπος, ἀκόμα καὶ ὁ πιὸ γνωστικός, δὲν μπορεῖ νὰ γνωρίσει τὸν ἑαυτό του ὅσο πρέπει, ἂν δὲν ἔχει μέσα του τὸ Ἅγιο Πνεῦμα. Γιατί χωρὶς τὴ θεία βοήθεια, δὲν μπορεῖ νὰ δεῖ τὴν πραγματικὴ κατάσταση τῆς ψυχῆς του. Ἂν εἶναι τίμιος καὶ κάνει κανένα καλὸ στοὺς συνανθρώπους του, νομίζει πῶς εἶναι δίκαιος ἢ καί, σὲ σύγκριση μὲ τοὺς ἄλλους, τέλειος καὶ πῶς δὲν τοῦ χρειάζεται τίποτ' ἄλλο!

Τὸ Ἅγιο Πνεῦμα, ὅταν κατοικήσει μέσα μας, μᾶς ἀποκαλύπτει ὅλη τὴν ἐσωτερική μας φτώχια καὶ ἀδυναμία. Καὶ ἀνάμεσα στὶς ἀρετές μας, προβάλλει ὅλες τὶς ἁμαρτίες μας, τὴν ἀμέλειά μας, τὴν ἀδιαφορία μας γιὰ τὴ σωτηρία τῶν ἄλλων, τὴν ἰδιοτέλειά μας ἀκόμα καὶ ἐκεῖ ποὺ φαινόμαστε μεγαλόψυχοι, τὴν παχυλὴ φιλαυτία μας ἀκόμα καὶ ἐκεῖ ποὺ ποτὲ δὲν τὴν ὑποπτευόμασταν. Κοντολογίς, τὸ Ἅγιο Πνεῦμα μας τὰ δείχνει ὅλα, ὅπως πραγματικὰ εἶναι. Καὶ τότε ἀρχίζουμε ν' ἀποκτᾶμε τὴν ἀληθινὴ ταπείνωση. Τότε ἀρχίζουμε νὰ χάνουμε τὴν ἐμπιστοσύνη μας στὶς δικές μας δυνάμεις καὶ ἀρετές. Τότε ἀρχίζουμε νὰ θεωροῦμε τὸν ἑαυτό μας χειρότερο ἀπὸ τοὺς ἄλλους ἀνθρώπους. Καὶ ταπεινωμένοι μπροστὰ στὸν Ἰησοῦ Χριστό, ἀρχίζουμε νὰ μετανοοῦμε εἰλικρινὰ καὶ νὰ ἐλπίζουμε μόνο σ' Ἐκεῖνον.

7. Τὸ Ἅγιο Πνεῦμα μᾶς διδάσκει, τέλος, τὴν ἀληθινὴ προσευχή. Κανένας δὲν μπορεῖ νὰ κάνει προσευχὴ πραγματικὰ εὐάρεστη στὸ Θεό, πρὶν λάβει τὸ Ἅγιο Πνεῦμα. Γιατί ἂν ἀρχίσει νὰ προσεύχεται, χωρὶς νὰ ἔχει μέσα του τὸ Ἅγιο Πνεῦμα, θὰ δεῖ τὸ νοῦ του νὰ μὴν μπορεῖ νὰ συγκεντρωθεῖ. Ἐπιπλέον, δὲν γνωρίζει, ὅπως πρέπει, οὔτε τὸν ἑαυτό του οὔτε τὶς ἀνάγκες του οὔτε τί νὰ ζητήσει οὔτε πῶς νὰ τὸ ζητήσει ἀπὸ τὸ Θεό. Καλὰ-καλὰ δὲν ξέρει οὔτε τί εἶναι ὁ Θεός. Ὅποιος, ὅμως, ἔχει μέσα του τὸ Ἅγιο Πνεῦμα, γνωρίζει τὸ Θεό, βλέπει ὅτι Αὐτὸς εἶναι ὁ Πατέρας του καὶ ξέρει πῶς νὰ Τὸν πλησιάσει, πῶς νὰ Τὸν παρακαλέσει καὶ τί νὰ Τοῦ ζητήσει. Οἱ σκέψεις του στὴν προσευχὴ εἶναι εὔτακτες, καθαρές, προσηλωμένες μόνο στὸν Κύριο. Ἕνας τέτοιος ἄνθρωπος μπορεῖ μὲ τὴν προσευχή του νὰ πετύχει τὰ πάντα, ἀκόμα καὶ βουνὰ νὰ μετακινήσει.

Νά, λοιπόν, τί χαρίζει τὸ Ἅγιο Πνεῦμα σ' ἐκεῖνον ποὺ Τὸ ἔχει λάβει. Βλέπετε ὅτι, χωρὶς τὴ βοήθεια καὶ τὴ συνέργεια τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, εἶναι ἀδύνατον ὄχι μόνο νὰ μποῦμε στὴν οὐράνια βασιλεία, ἀλλὰ κι ἕνα βῆμα νὰ κάνουμε στὸ δρόμο ποὺ ὁδηγεῖ ἐκεῖ. Γι' αὐτὸ εἶναι ἀπαραίτητο νὰ ποθοῦμε καὶ νὰ ζητᾶμε τὸ Ἅγιο Πνεῦμα• εἶναι ἀπαραίτητο νὰ Τὸ ἀποκτήσουμε καὶ νὰ Τὸ ἔχουμε πάντα μέσα μας, ὅπως Τὸ εἶχαν οἱ ἅγιοι ἀπόστολοι.

Ἡ τελευταία ὁμιλία πρὸς τὸν λαόν



Κωνσταντῖνος ΙΑ´ Παλαιολόγος
(ὀλίγον πρὸ τῆς Ἁλώσεως)


Ἐμεῖς μέν, εὐγενέστατοι Ἄρχοντες καὶ ἐκλαμπρότατοι δήμαρχοι καὶ στρατηγοὶ καὶ γενναιότατοι στρατιῶται καὶ πᾶς ὁ πιστὸς καὶ τίμιος λαός, καλὸς οἴδατε ὅτι ἔφθασεν ἡ Ὥρα καὶ ὁ ἐχθρὸς τῆς πίστεως ἡμῶν βούλεται ἵνα μετὰ πάσης τέχνης καὶ μηχανῆς ἰσχυροτέρως στενοχωρήσῃ ἡμᾶς καὶ πόλεμον σφοδρὸν μετὰ συμπλοκῆς μεγάλης καὶ συρρήξεως ἐκ τῆς χέρσου καὶ θαλάσσης δώσῃ ἡμῶν μετὰ πάσης δυνάμεως, ἵνα, εἰ δυνατόν, ὡς ὄφις τὸν ἰὸν ἐκχύσῃ καὶ ὡς λέων ἀνήμερος καταπίῃ ἡμᾶς. 

Διὰ τοῦτο λέγω καὶ παρακαλῶ ὑμᾶς ἵνα στῆτε ἀνδρείως καὶ μετὰ γενναίας ψυχῆς, ὡς πάντοτε ἕως τοῦ νῦν ἐποιήσατε, κατὰ τὸν Ἐχθρῶν τῆς πίστεως ἡμῶν. Παραδίδωμι δὲ ὑμῖν τὴν ἐκλαμπροτάτην καὶ περίφημον ταύτην πόλιν καὶ πατρίδα ἡμῶν καὶ βασιλεύουσαν τῶν πόλεων. 


Καλῶς οὖν οἴδατε, ἀδελφοί, ὅτι διὰ τέσσερά τινα ὀφείλεται κοινῶς ἐσμεν πάντες ἵνα προτιμήσωμεν ἀποθανεῖν μᾶλλον ἢ ζῆν, πρῶτον μὲν ὅπερ τῆς πίστεως ἡμῶν καὶ εὐσεβείας, δεύτερον δὲ ὅπερ πατρίδος, τρίτον ὅπερ τοῦ βασιλέως ὡς Χριστοῦ Κυρίου, καὶ τέταρτον ὅπερ συγγενῶν καὶ φίλων


Λοιπόν, ἀδελφοί, ἐὰν χρεῶσταί ἐσμεν ὑπὲρ ἑνὸς ἐκ τῶν τεσσάρων ἀγωνίζεσθαι ἕως θανάτου πολλὰ μᾶλλον ὅπερ πάντων ἡμεῖς, ὡς βλέπετε προφανῶς, καὶ ἐκ πάντων μέλλομεν ζημιωθῆναι.

Ἐὰν διὰ τὰ ἐμὰ πλημμελήματα παραχωρήσῃ ὁ Θεὸς τὴν νίκην τοῖς ἀσεβέσιν, ὅπερ τῆς πίστεως ἡμῶν τῆς Ἁγίας, ἣν Χριστὸς ἐν τῷ οἰκείῳ αἵματι ἡμῖν ἐδωρήσατο, κινδυνεύομεν, ὅ ἐστι κεφάλαιον πάντων. Καὶ ἐὰν τὸν κόσμον ὅλον κερδίσῃ τις καὶ τῶν ψυχῶν ζημιωθῇ, τί τὸ ὄφελος; Δεύτερον πατρίδα περίφημον τοιούτως ὑστερούμεθα καὶ τὴν ἐλευθερίαν ἡμῶν. Τρίτον βασιλείαν τήν ποτε μὲν περιφανῆ, νῦν δὲ τεταπεινωμένην καὶ ἐξουθενωμένην ἀπωλέσαμεν, καὶ ὑπὸ τοῦ τυράννου καὶ ἀσεβοῦς ἄρχεται. Τέταρτον δὲ καὶ φιλτάτων τέκνων καὶ συμβίων καὶ συγγενῶν ὑστερούμεθα. 


Αὐτὸς δὲ ὁ ἀλιτήριος ὁ ἀμηρᾶς πεντήκοντα καὶ ἑπτὰ ἡμέρας ἄγει σήμερον ἀφ᾿ οὗ ἡμᾶς ἐλθὼν ἀπέκλεισεν καὶ μετὰ πάσης μηχανῆς καὶ ἰσχύος καθ᾿ ἡμέραν τε καὶ νύκτα οὐκ ἐπαύσατο πολιορκῶν ἡμᾶς καὶ χάριτι τοῦ παντεπόπτου Χριστοῦ Κυρίου ἡμῶν ἐκ τῶν τειχῶν μετὰ αἰσχύνῃς ἄχρι τοῦ νῦν πολλάκις κακῶς ἀπεπέμφθη. 


Τὰ νῦν δὲ πάλιν, ἀδελφοί, μὴ δειλιάσητε, ἐὰν καὶ τοῖχος μακρόθεν ὀλίγον ἐκ τῶν κρότων καὶ τῶν πτωμάτων τῶν ἐλεπόλεων ἔπεσε, διότι, ὡς ὑμεῖς θεωρεῖτε, κατὰ τὸ δυνατὸν ἐδιορθώσαμεν πάλιν αὐτό. Ἡμεῖς πᾶσαν τὴν ἐλπίδα εἰς τὴν ἄμαχον δόξαν τοῦ Θεοῦ ἀνεθέμεθα, οὗτοι ἐν ἅρμασι καὶ οὖτοι ἐν ἵπποις καὶ δυνάμει καὶ πλήθει, ἡμεῖς δὲ ἐν ὀνόματι Κυρίου τοῦ Θεοῦ καὶ Σωτῆρος ἡμῶν πεποίθαμεν, δεύτερον δὲ καὶ ἐν ταῖς ἡμετέραις χερσὶ καὶ ῥωμαλεότητι, ἣν ἐδωρήσατο ἡμῖν ἡ θεία δύναμις. 


Γνωρίζω δὲ ὅτι αὕτη ἡ μυριαρίθμητος ἀγέλη τῶν ἀσεβῶν, καθὼς ἡ αὐτῶν συνήθεια, ἐλεύσονται καθ᾿ ἡμῶν μετὰ βαναύσου καὶ ἐπηρμένης ὀφρῦος καὶ θάρσους πολλοῦ καὶ βίας, ἵνα διὰ τὴν ὀλιγότητα ἡμῶν θλίψωσι καὶ ἐκ τοῦ κόπου στενοχωρήσωσι, καὶ μετὰ φωνῶν μεγάλων καὶ ἀλαλαγμῶν ἀναριθμήτων, ἵνα ἡμᾶς φοβήσωσι. Τὰς τοιαύτας αὐτῶν φλυαρίας καλῶς οἴδατε, καὶ οὐ χρῇ λέγειν περὶ τούτων. 


Καὶ ὥρα ὀλίγοι τοιαῦτα ποιήσωσι, καὶ ἀναριθμήτους πέτρας καὶ ἕτερα βέλη καὶ ἐλεβολίσκους, ὡσεὶ ἄμμον θαλασσῶν ἄνωθεν ἡμῶν πτήσουσι, δι᾿ ὧν, ἐλπίζω γάρ, οὐ βλάψωσι, διότι ὑμᾶς θεωρῶ καὶ λίαν ἀγάλλομαι καὶ τοιαύταις ἐλπίσι τὸν λογισμὸν τρέφομαι, ὅτι εἰ καὶ ὀλίγοι πάνυ ἐσμέν, ἀλλὰ πάντες ἐπιδέξιοι καὶ ἐπιτήδειοι ῥωμαλέοι τε καὶ ἰσχυροὶ καὶ μεγαλήτορες καὶ καλῶς προπαρασκευασμένοι ὑπάρχετε. 


Ταῖς ἀσπίσιν ὑμῶν καλῶς τὴν κεφαλὴν σκέπεσθε ἐπὶ τῇ συμπλοκῇ καὶ συρρήξει. Ἡ δεξιὰ ὑμῶν ἡ τὴν ῥομφαῖαν ἔχουσα μακρὰν ἔστω πάντοτε. Αἱ περικεφαλαίαι ὑμῶν καὶ οἱ θώρακες καὶ οἱ σιδηροῖ ἱματισμοὶ λίαν εἰσὶν ἱκανοὶ ἅμα καὶ τοῖς λοιποῖς ὅπλοις, καὶ ἐν τῇ συμπλοκῇ ἔσονται πάνυ ὠφέλιμα, ἃ οἱ ἐνάντιοι οὐ χρῶνται, ἀλλ᾿ οὔτε κέκτηνται.




Καὶ ὑμεῖς ἔσωθεν τῶν τειχῶν ὑπάρχετε σκεπόμενοι, οἱ δὲ ἀσκεπεῖς μετὰ κόπου ἔρχονται. Διό, ὦ συστρατιῶται γίγνεσθε ἕτοιμοι καὶ στερεοὶ καὶ μεγαλόψυχοι διὰ τοὺς οἰκτιρμοὺς τοῦ Θεοῦ. Μιμηθῆτε τούς ποτε τῶν Καρχηδονίων ὀλίγους ἐλέφαντας, πὼς τοσοῦτον πλῆθος ἵππων Ῥωμαίων τῇ φωνῇ καὶ θέᾳ ἐδίωξαν, καὶ ἐὰν ζῷον ἄλογον ἐδίωξε πόσον μᾶλλον ἡμεῖς ἡ τῶν ζῴων καὶ ἀλόγων ὑπάρχοντες κύριοι, καὶ οἱ καθ᾿ ἡμῶν ἐρχόμενοι ἵνα παράταξιν μεθ᾿ ἡμῶν ποιήσωσιν ὡς ζῷα ἄλογα καὶ χείρονές εἰσιν. 


Οἱ πέλται ὑμῶν καὶ ῥομφαῖοι καὶ τὰ τόξα καὶ ἀκόντια πρὸς αὐτοὺς πεμπέτωσαν παρ᾿ ἡμῶν. Καὶ οὕτως λογίσθητε ὡς ἐπὶ ἀγρίων χοίρων καὶ πληθὺν κυνήγιον, ἵνα γνώσωσιν οἱ ἀσεβεῖς ὅτι οὐ μετὰ ἀλόγων ζῴων ὡς αὐτοί, παράταξιν ἔχουσιν, ἀλλὰ μετὰ κυρίων καὶ αὐθεντῶν αὐτῶν καὶ ἀπογόνων Ἑλλήνων καὶ Ῥωμαίων. 


Οἴδατε καλῶς ὅτι ὁ δυσσεβὴς αὐτὸς ὁ ἀμηρᾶς καὶ ἐχθρὸς τῆς ἁγίας ἡμῶν πίστεως χωρὶς εὔλογον αἰτίας τινος τὴν ἀγάπην ἣν εἴχομεν ἔλυσεν, καὶ τοὺς ὅρκους αὐτοῦ τοὺς πολλοὺς ἠθέτησεν ἀντ᾿ οὐδενὸς λογιζόμενος καὶ ἐλθὼν αἰφνιδίως φρούριον ἐποίησεν ἐπὶ τὸ στενὸν τοῦ Ἀσωμάτου, ἵνα καθ᾿ ἑκάστην ἡμέραν δύνηται βλάπτειν ἡμᾶς. 


Τοὺς ἀγροὺς ἡμῶν καὶ κήπους καὶ παραδείσους καὶ οἴκους πυριαλώτους ἐποίησε, τοὺς ἀδελφοὺς ἡμῶν τοὺς Χριστιανοὺς ὅσους εὗρεν, ἐθανάτωσε καὶ ἠχμαλώτευσε, τὴν φιλίαν ἡμῶν ἔλυσεν. Τοὺς δὲ τοῦ Γαλατᾶ, ἐφιλίωσε, καὶ αὐτοὶ χαίρονται, μὴ εἰδότες καὶ αὐτοὶ οἱ ταλαίπωροι τὸν τοῦ γεωργοῦ παιδὸς μῦθον, τοῦ ἐψήνοντος τοὺς κοχλίας καὶ εἰπόντος. Ὦ ἀνόητα ζῷα, καὶ τὰ ἐξῇς.

Ἐλθὼν οὖν ἀδελφοί, ἡμᾶς ἀπέκλεισε, καὶ καθ᾿ ἑκάστην τὸ ἀχανὲς αὐτοῦ στόμα χάσκων, πῶς εὕρῃ καιρὸν ἐπιτήδειον ἵνα καταπίῃ ἡμᾶς καὶ τὴν πόλιν ταύτην, ἣν ἀνήγειρεν ὁ τρισμακάριστος ἐκεῖνος καὶ τῇ πανάγνῳ δεσποίνῃ ἡμῶν Θεοτόκῳ καὶ ἀειπαρθένῳ Μαρίᾳ ἀφιέρωσεν καὶ ἐχαρίσατο τοῦ κυρίαν εἶναι καὶ βοηθὸν καὶ σκέπην τῇ ἡμετέρα πατρίδι καὶ καταφύγιον τῶν Χριστιανῶν, ἐλπίδα καὶ χαρὰν πάντων τῶν Ἑλλήνων τὸ καύχημα πᾶσι τοῖς οὖσιν ὑπὸ τὴν τοῦ ἡλίου ἀνατολήν. 


Καὶ οὖτος ὁ ἀσεβέστατος τήν ποτε περιφανῆ καὶ ὀμφακλίζουσαν ὡς ῥόδον τοῦ ἀγροῦ βούλεται ποιήσαι ὑπ᾿ αὐτόν. Ἣ ἐδούλωσε σχεδόν, δύναμαι εἰπεῖν, πᾶσαν τὴν ὑφ᾿ ἥλιον καὶ ὑπέταξεν ὑπὸ τοὺς πόδας αὐτῆς Πόντον καὶ Ἀρμενίαν, Περσίαν καὶ Παμφλαγονίαν, Ἀμαζόνας καὶ Καππαδοκίαν, Γαλατίαν καὶ Μηδίαν, Κολχοὺς καὶ Ἴβηρας, Βοσποριανοὺς καὶ Ἀλβάνους, Συρίαν καὶ Κιλικίαν καὶ Μεσσοποταμίαν, Φοινίκην, Βακτριανοὺς καὶ Σκύθας, Μακεδονίαν καὶ Θετταλίαν, Ἑλλάδα, Βοιωτία, Λοκροὺς καὶ Αἰτωλούς, Ἀκαρνανίαν, Ἀχαΐαν καὶ Πελοπόννησον, Ἤπειρον καὶ τὸ Ἰλλυρικὸν Λύχνιτας κατὰ τὸ Ἀδριατικόν, Ἰταλίαν, Τουσκίνους, Κέλτους καὶ Κελτογαλάτας, Ἰβηρίαν τε καὶ ἕως τῶν Γαδείρων, Λιβύαν καὶ Μαυριτανίαν καὶ Μαυρουσίαν, Αἰθιοπίαν, Βελέδας, Σκούδην, Νουμιδίαν καὶ Ἀφρικὴν καὶ Αἴγυπτον, αὐτὸς τὰ νῦν βούλεται δουλώσαι καὶ τὴν κυριεύουσαν τῶν πόλεων, ζυγῷ ὑποβαλεῖν καὶ δουλείᾳ καὶ τὰς ἁγίας ἐκκλησίας ἡμῶν, ἔνθα ἐπροσκυνεῖτο ἡ Ἁγία Τριὰς καὶ ἐδοξολογεῖτο τὸ πανάγιον, καὶ ὅπου οἱ ἄγγελοι ἠκούοντο ὑμνεῖν τὸ θεῖον καὶ τὴν ἔνσαρκον τοῦ Θεοῦ Λόγου οἰκονομίαν, βούλεται ποιῆσαι προσκύνημα τῆς αὐτοῦ βλασφημίας καὶ τοῦ φληναφοῦ ψευδοπροφήτου Μωάμεθ, καὶ κατοικητήριον ἀλόγων καὶ καμήλων. 

Λοιπὸν ἀδελφοὶ καὶ συστρατιῶται, κατὰ νοῦν ἐνθυμηθῆτε ἵνα τὸ μνημόσυνον ὑμῶν καὶ ἡ μνήμη καὶ ἡ φήμη καὶ ἡ ἐλευθερία αἰωνίως γενήσηται.

Πέμπτη 28 Μαΐου 2015

Δοξολογία (Διδαχές Αγίου Νεκταρίου Πενταπόλεως)


Δοξολογία

Ὁ χριστιανὸς ὀφείλει νὰ δοξάζει τὸ Θεὸ καὶ μὲ τὸ σῶμα του καὶ μὲ τὸ πνεῦμα του. Ἄλλωστε, καὶ τὰ δυὸ ἀνήκουν στὸ Θεὸ καί, ἑπομένως, δὲν ἔχει ἐξουσία νὰ τὰ ἀτιμάζει ἢ νὰ τὰ διαφθείρει, ἀλλὰ ὡς ἅγια καὶ ἱερὰ πρέπει νὰ τὰ χρησιμοποιεῖ μὲ πολλὴ εὐχαριστία.

Ὅποιος θυμᾶται ὅτι τὸ σῶμα του καὶ τὸ πνεῦμα του ἀνήκουν στὸ Θεό, ἔχει μία εὐλάβεια κι ἕνα μυστικὸ φόβο γὶ αὐτά, καὶ τοῦτο συντελεῖ στὸ νὰ τὰ διατηρεῖ ἁγνὰ καὶ καθαρὰ ἀπὸ κάθε ρύπο, σὲ ἀδιάλειπτη ἐπικοινωνία μ' Ἐκεῖνον, ἀπὸ τὸν ὁποῖο ἁγιάζονται καὶ ἐνισχύονται.

Ὁ ἄνθρωπος δοξάζει τὸ Θεὸ μὲ τὸ σῶμα του καὶ μὲ τὸ πνεῦμα του, πρῶτα, ὅταν θυμᾶται ὅτι ἁγιάστηκε ἀπὸ τὸ Θεὸ καὶ ἑνώθηκε μαζί του, καὶ ὕστερα, ὅταν ἑνώνει τὴ θέλησή του μὲ τὴ θέληση τοῦ Θεοῦ, ὥστε νὰ ἐκτελεῖ πάντοτε τὸ ἀγαθὸ καὶ εὐάρεστο καὶ τέλειο θέλημά Του.

Ἕνας τέτοιος ἄνθρωπος δὲν ζεῖ γιὰ τὸν ἑαυτό του, ἀλλὰ γιὰ τὸ Θεό. Ἐργάζεται γιὰ τὴ βασιλεία τοῦ Θεοῦ στὴ γῆ. Δοξάζει σὲ ὅλα τὸ Θεό, μὲ λόγια καὶ μὲ ἔργα. Οἱ πράξεις του, ποὺ γίνονται γιὰ τὸ καλὸ τῶν συνανθρώπων του, δίνουν ἀφορμὴ δοξολογίας τοῦ θείου ὀνόματος. Ἡ ζωή του, καταυγαζόμενη ἀπὸ τὸ θεῖο φῶς, λάμπει σὰν φῶς δυνατό. Ἔτσι ἡ πολιτεία του γίνεται ὁδηγὸς πρὸς τὸ Θεὸ γιὰ ὅσους ἀκόμα δὲν Τὸν γνώρισαν.


Ἀπὸ τὴ σειρὰ τῶν φυλλαδίων 
«Η ΦΩΝΗ ΤΩΝ ΠΑΤΕΡΩΝ» 
τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Παρακλήτου Ὠρωποῦ Ἀττικῆς

Το άγιο βάπτισμα (Διδαχές Αγίου Νεκταρίου Πενταπόλεως)


Το άγιο βάπτισμα

«Ὅσοι βαπτιστήκατε στὸ ὄνομα τοῦ Χριστοῦ, ντυθήκατε τὸ Χριστό» (Γάλ. 3:27).

Πόσο μεγάλη ἀλήθεια μᾶς ἐπισημαίνει μ' αὐτὰ τὰ λόγια ὁ ἀπόστολος Παῦλος!

Οἱ βαπτισμένοι χριστιανοὶ δὲν φοροῦν τὸν παλαιὸ ἄνθρωπο μὲ τὰ πάθη καὶ τὶς ἁμαρτωλὲς ἐπιθυμίες του, ἀλλὰ εἶναι ντυμένοι τὸν καινούριο ἄνθρωπο. Ντύθηκαν τὸν ἴδιο τὸ Χριστό, ποὺ ζεῖ τώρα μέσα στὶς καρδιές τους. Καὶ ἡ λέξη "ντύθηκαν" δὲν ἀναφέρεται σὲ κάποια ἁπλὴ καὶ ἐξωτερικὴ στολή, ἀλλὰ σὲ κάτι βαθύτερο, σὲ κάτι οὐσιαστικὸ καὶ ἀναφαίρετο.

Μὲ τὴν πίστη μας στὸ Χριστὸ καὶ μὲ τὴ βάπτισή μας ντυνόμαστε τὸν ἴδιο τὸ Χριστὸ καὶ γινόμαστε παιδιὰ τοῦ Θεοῦ, οἰκητήρια τοῦ Παναγίου Πνεύματος, ναοὶ τοῦ Θεοῦ, ἅγιοι καὶ τέλειοι, Θεοὶ κατὰ χάριν.

Ὥστε λοιπὸν ρίξαμε ἀπὸ πάνω μας τὴ φθορὰ καὶ ντυθήκαμε τὴν ἀφθαρσία. Ξεντυθήκαμε τὸν ἄνθρωπο τῆς ἁμαρτίας καὶ ντυθήκαμε τὸν ἄνθρωπο τῆς δικαιοσύνης καὶ τῆς χάριτος. Διώξαμε τὸ θάνατο καὶ ντυθήκαμε τὴν ἀθανασία...

Συλλογιστήκαμε ὅμως καὶ τὶς μεγάλες ὑποχρεώσεις, πού, μὲ τὸ βάπτισμά μας, ἀναλάβαμε ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ; 

Συνειδητοποιήσαμε ὅτι ὀφείλουμε νὰ συμπεριφερόμαστε σὰν παιδιὰ τοῦ Θεοῦ καὶ σὰν ἀδελφοὶ τοῦ Κυρίου μας;

Ὅτι ἔχουμε χρέος νὰ συνταυτίσουμε τὸ δικό μας θέλημα μὲ τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ;

Ὅτι πρέπει, σὰν παιδιὰ δικά Του, νὰ μένουμε ἐλεύθεροι ἀπὸ τὴν ἁμαρτία;

Ὅτι ὀφείλουμε νὰ Τὸν ἀγαπᾶμε μ' ὅλη μας τὴ δύναμη, ἀπὸ τὰ βάθη τῆς ψυχῆς καὶ τῆς καρδιᾶς μας;

Ὅτι ὀφείλουμε νὰ Τὸν λατρεύουμε καὶ νὰ λαχταροῦμε τὴν ἕνωση μαζί Του γιὰ πάντα;

Σκεφτήκαμε, ἄραγε, ὅτι ἡ καρδιά μας πρέπει νά 'ναι πλημμυρισμένη ἀπὸ τὴν ἀγάπη, ὥστε αὐτὴ νὰ ξεχύνεται καὶ στὸν πλησίον μας;

Ἔχουμε τὴ συναίσθηση ὅτι ὀφείλουμε νὰ γίνουμε ἅγιοι καὶ τέλειοι καὶ εἰκόνες τοῦ Θεοῦ καὶ παιδιὰ τοῦ Θεοῦ καὶ κληρονόμοι τῆς βασιλείας τῶν οὐρανῶν;

Γιὰ ὁλ' αὐτὰ ἔχουμε χρέος ν' ἀγωνιστοῦμε, ὥστε νὰ μὴ φανοῦμε ἀνάξιοι στὸ κάλεσμα ποὺ μᾶς ἔκανε ὁ Θεὸς καὶ ἀποδοκιμαστοῦμε...

Ναί, ἀδελφοί μου, ἂς παλέψουμε μὲ ζῆλο καὶ αὐταπάρνηση γιὰ νὰ νικήσουμε.

Κανείς μας ἂς μὴ χάσει τὸ θάρρος του, ἂς μὴν ἀμελήσει, ἂς μὴ δειλιάσει, ἂς μὴν πτοηθεῖ μπροστὰ στὰ σκάμματα τοῦ πνευματικοῦ ἀγώνα. Γιατί ἔχουμε βοηθὸ τὸ Θεό, ποὺ μᾶς δυναμώνει στὸν δύσκολο δρόμο τῆς ἀρετῆς.


Ἀπὸ τὴ σειρὰ τῶν φυλλαδίων 
«Η ΦΩΝΗ ΤΩΝ ΠΑΤΕΡΩΝ» 
τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Παρακλήτου Ὠρωποῦ Ἀττικῆς

Ο δρόμος της ευτυχίας (Διδαχές Αγίου Νεκταρίου Πενταπόλεως)


Τίποτα δὲν εἶναι μεγαλύτερο ἀπὸ τὴν καθαρὴ καρδιά, γιατί μία τέτοια καρδιὰ γίνεται θρόνος τοῦ Θεοῦ. Καὶ τί εἶναι ἐνδοξότερο ἀπὸ τὸ θρόνο τοῦ Θεοῦ; Ἀσφαλῶς τίποτα. Λέει ὁ Θεὸς γι’ αὐτοὺς ποὺ ἔχουν καθαρὴ καρδιά: «Θὰ κατοικήσω ἀνάμεσά τους καὶ θὰ πορεύομαι μαζί τους. Θὰ εἶμαι Θεός τους, κι αὐτοὶ θὰ εἶναι λαός μου». (Β’ Κόρ. 6, 16).

Ποιοὶ λοιπὸν εἶναι εὐτυχέστεροι ἀπ’ αὐτοὺς τοὺς ἀνθρώπους; Καὶ ἀπὸ ποιὸ ἀγαθὸ μπορεῖ νὰ μείνουν στερημένοι; Δὲν βρίσκονται ὅλα τ’ ἀγαθὰ καὶ τὰ χαρίσματα τοῦ Ἁγίου Πνεύματος στὶς μακάριες ψυχές τους; Τί περισσότερο χρειάζονται; Τίποτα, στ’ ἀλήθεια, τίποτα! Γιατί ἔχουν στὴν καρδιά τους τὸ μεγαλύτερο ἀγαθό: τὸν ἴδιο τὸ Θεό!

Πόσο πλανιοῦνται οἱ ἄνθρωποι ποὺ ἀναζητοῦν τὴν εὐτυχία μακριὰ ἀπὸ τὸν ἑαυτό τους, στὶς ξένες χῶρες καὶ στὰ ταξίδια, στὸν πλοῦτο καὶ στὴ δόξα, στὶς μεγάλες περιουσίες καὶ στὶς ἀπολαύσεις, στὶς ἡδονὲς καὶ σ’ ὅλες τὶς χλιδὲς καὶ ματαιότητες, ποὺ κατάληξή τους ἔχουν τὴν πίκρα! Ἡ ἀνέγερση τοῦ πύργου τῆς εὐτυχίας ἔξω ἀπὸ τὴν καρδιά μας, μοιάζει μὲ οἰκοδόμηση κτιρίου σὲ ἔδαφος ποὺ σαλεύεται ἀπὸ συνεχεῖς σεισμούς. Σύντομα ἕνα τέτοιο οἰκοδόμημα θὰ σωριαστεῖ στὴ γῆ...

Ἀδελφοί μου! Ἡ εὐτυχία βρίσκεται μέσα στὸν ἴδιο σας τὸν ἑαυτό, καὶ μακάριος εἶναι ὁ ἄνθρωπος ποὺ τὸ κατάλαβε αὐτό. Ἐξετᾶστε τὴν καρδιά σας καὶ δεῖτε τὴν πνευματική της κατάσταση. Μήπως ἔχασε τὴν παρρησία της πρὸς τὸ Θεό; Μήπως ἡ συνείδηση διαμαρτύρεται γιὰ παράβαση τῶν ἐντολῶν Του; Μήπως σᾶς κατηγορεῖ γιὰ ἀδικίες, γιὰ ψέματα, γιὰ παραμέληση τῶν καθηκόντων πρὸς τὸ Θεὸ καὶ τὸν πλησίον; Ἐρευνῆστε μήπως κακίες καὶ πάθη γέμισαν τὴν καρδιά σας, μήπως γλίστρησε αὐτὴ σὲ δρόμους στραβοὺς καὶ δύσβατους...

Δυστυχῶς, ἐκεῖνος ποὺ παραμέλησε τὴν καρδιά του, στερήθηκε ὅλα τ’ ἀγαθὰ κι ἔπεσε σὲ πλῆθος κακῶν. Ἔδιωξε τὴ χαρὰ καὶ γέμισε μὲ πίκρα, θλίψη καὶ στενοχώρια. Ἔδιωξε τὴν εἰρήνη καὶ ἀπόκτησε ἄγχος, ταραχὴ καὶ τρόμο. Ἔδιωξε τὴν ἀγάπη καὶ δέχτηκε τὸ μίσος. Ἔδιωξε, τέλος, ὅλα τὰ χαρίσματα καὶ τοὺς καρποὺς τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, ποὺ δέχτηκε μὲ τὸ βάπτισμα, καὶ οἰκειώθηκε ὅλες τὶς κακίες ἐκεῖνες, ποὺ κάνουν τὸν ἄνθρωπο ἐλεεινὸ καὶ τρισάθλιο.

Ἀδελφοί μου! Ὁ Πολυέλεος Θεὸς θέλει τὴν εὐτυχία ὅλων μας καὶ σ’ αὐτὴ καὶ στὴν ἄλλη ζωή. Γί’ αὐτὸ ἵδρυσε τὴν ἁγία Του Ἐκκλησία. Γιὰ νὰ μᾶς καθαρίζει αὐτὴ ἀπὸ τὴν ἁμαρτία, νὰ μᾶς ἁγιάζει, νὰ μᾶς συμφιλιώνει μαζί Του, νὰ μᾶς χαρίζει τὶς εὐλογίες τοῦ οὐρανοῦ.

Ἡ Ἐκκλησία ἔχει ἀνοιχτὴ τὴν ἀγκαλιά της, γιὰ νὰ μᾶς ὑποδεχθεῖ. Ἂς τρέξουμε γρήγορα ὅσοι ἔχουμε βαριά τη συνείδηση. Ἂς τρέξουμε καὶ ἡ Ἐκκλησία εἶναι ἕτοιμη νὰ σηκώσει τὸ βαρὺ φορτίο μας, νὰ μᾶς χαρίσει τὴν παρρησία πρὸς τὸ Θεό, νὰ γεμίσει τὴν καρδιά μας μὲ εὐτυχία καὶ μακαριότητα...


Ἀπὸ τὴ σειρὰ τῶν φυλλαδίων 
«Η ΦΩΝΗ ΤΩΝ ΠΑΤΕΡΩΝ» 
τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Παρακλήτου Ὠρωποῦ Ἀττικῆς

Τετάρτη 27 Μαΐου 2015

Ειρήνη (Διδαχές Αγίου Νεκταρίου Πενταπόλεως)




Ειρήνη

Ἡ εἰρήνη εἶναι θεῖο δῶρο, ποὺ χορηγεῖται πλουσιοπάροχα σ’ ὅσους συμφιλιώνονται μὲ τὸ Θεὸ καὶ ἐκτελοῦν τὰ θεία Του προστάγματα.

Ἡ εἰρήνη εἶναι φῶς καὶ φεύγει ἀπὸ τὴν ἁμαρτία, ποὺ εἶναι σκοτάδι. Ἕνας ἁμαρτωλὸς ποτὲ δὲν εἰρηνεύει.

Νὰ ἀγωνίζεστε ἐναντίον τῆς ἁμαρτίας καὶ νὰ μὴ σᾶς ταράζει ἡ ἐξέγερση τῶν παθῶν μέσα σας. Γιατί, ἂν στὴν πάλη μαζί τους νικήσετε, τὸ ξεσήκωμα τῶν παθῶν ἔγινε γιὰ σᾶς ἀφορμὴ νέας χαρᾶς καὶ εἰρήνης.

«Νὰ ἐπιδιώκετε τὴν εἰρήνη μὲ ὅλους, ἐπιδιώκετε καὶ τὴν ἁγιότητα, χωρὶς τὴν ὁποία κανεὶς δὲν θ’ ἀντικρύσει τὸν Κύριο»(Ἑβρ.12, 14).

Ἡ εἰρήνη καὶ ὁ ἁγιασμὸς εἶναι δυὸ ἀναγκαῖες προϋποθέσεις γιὰ ὅποιον ζητάει μὲ πόθο νὰ δεῖ τὸ πρόσωπο τοῦ Θεοῦ. Ἡ εἰρήνη εἶναι τὸ θεμέλιο στὸ ὁποῖο στηρίζεται ὁ ἁγιασμός.

Ὁ ἁγιασμὸς δὲν παραμένει σὲ ταραγμένη καὶ ὀργισμένη καρδιά. Ἡ ὀργή, ὅταν χρονίζει στὴν ψυχή, δημιουργεῖ τὴν ἔχθρα καὶ τὸ μίσος ἐναντίον τοῦ πλησίον. Γί’ αὐτὸ ἐπιβάλλεται ἡ γρήγορη συμφιλίωση μὲ τὸν ἀδελφό μας, ὥστε νὰ μὴ στερηθοῦμε τὴ χάρη τοῦ Θεοῦ ποὺ ἁγιάζει τὴν καρδιά μας.

Ἐκεῖνος ποὺ εἰρηνεύει μὲ τὸν ἑαυτό του, εἰρηνεύει καὶ μὲ τὸν πλησίον του, εἰρηνεύει καὶ μὲ τὸ Θεό. Ἕνας τέτοιος ἄνθρωπος εἶναι ἁγιασμένος, γιατί ὁ ἴδιος ὁ Θεὸς κατοικεῖ μέσα του.


Ἀπὸ τὴ σειρὰ τῶν φυλλαδίων 
«Η ΦΩΝΗ ΤΩΝ ΠΑΤΕΡΩΝ» 
τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Παρακλήτου Ὠρωποῦ Ἀττικῆς

Πειρασμοί (Διδαχές Αγίου Νεκταρίου Πενταπόλεως)


Πειρασμοί

Οἱ πειρασμοὶ παραχωροῦνται γιὰ νὰ φανερωθοῦν τὰ κρυμμένα πάθη, νὰ καταπολεμηθοῦν κι ἔτσι νὰ θεραπευθεῖ ἡ ψυχή. Εἶναι καὶ αὐτοὶ δεῖγμα τοῦ θείου ἐλέους. Γί’ αὐτὸ ἄφησε μὲ ἐμπιστοσύνη τὸν ἑαυτό σου στὰ χέρια τοῦ Θεοῦ καὶ ζήτησε τὴ βοήθειά Του, ὥστε νὰ σὲ δυναμώσει στὸν ἀγώνα σου. 

Ἡ ἐλπίδα στὸ Θεὸ δὲν ὁδηγεῖ ποτὲ στὴν ἀπελπισία. Οἱ πειρασμοὶ φέρνουν ταπεινοφροσύνη. Ὁ Θεὸς ξέρει τὴν ἀντοχὴ τοῦ καθενός μας καὶ παραχωρεῖ τοὺς πειρασμοὺς κατὰ τὸ μέτρο τῶν δυνάμεών μας. Νὰ φροντίζουμε ὅμως κι ἐμεῖς νὰ εἴμαστε ἄγρυπνοι καὶ προσεκτικοί, γιὰ νὰ μὴ βάλουμε μόνοι μας τὸν ἑαυτό μας σὲ πειρασμό.

Ἐμπιστευτεῖτε στὸ Θεὸ τὸν Ἀγαθό, τὸν Ἰσχυρό, τὸν Ζῶντα, καὶ Αὐτὸς θὰ σᾶς ὁδηγήσει στὴν ἀνάπαυση. Μετὰ τὶς δοκιμασίες ἀκολουθεῖ ἡ πνευματικὴ χαρά. Ὁ Κύριος παρακολουθεῖ ὅσους ὑπομένουν τὶς δοκιμασίες καὶ τὶς θλίψεις γιὰ τὴ δική Του ἀγάπη. Μὴ λιποψυχεῖτε λοιπὸν καὶ μὴ δειλιάζετε.

Δὲν θέλω νὰ θλίβεστε καὶ νὰ συγχύζεστε γιὰ ὅσα συμβαίνουν ἀντίθετα στὴ θέλησή σας, ὅσο δίκαιη κι ἂν εἶναι αὐτή. Μία τέτοια θλίψη μαρτυρεῖ τὴν ὕπαρξη ἐγωϊσμοῦ. Προσέχετε τὸν ἐγωϊσμό, ποὺ κρύβεται κάτω ἀπὸ τὴ μορφὴ τοῦ δικαιώματος. Προσέχετε καὶ τὴν ἄκαιρη λύπη, δημιουργεῖται ὕστερ’ ἀπὸ ἕναν δίκαιο ἔλεγχο. Ἡ ὑπερβολικὴ θλίψη γιὰ ὅλα αὐτὰ εἶναι τοῦ πειρασμοῦ. Μία εἶναι ἡ ἀληθινὴ θλίψη. Αὐτὴ ποὺ δημιουργεῖται, ὅταν γνωρίσουμε καλὰ τὴν ἄθλια κατάσταση τῆς ψυχῆς μας. Ὅλες οἱ ἄλλες θλίψεις δὲν ἔχουν καμιὰ σχέση μὲ τὴ χάρη τοῦ Θεοῦ.

Φροντίζετε νὰ περιφρουρεῖτε στὴν καρδιά σας τὴ χαρὰ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος καὶ νὰ μὴν ἐπιτρέπετε στὸν πονηρὸ νὰ χύνει τὸ φαρμάκι του. Προσέχετε! Προσέχετε, μήπως ὁ παράδεισος, ποὺ ὑπάρχει μέσα σας, μετατραπεῖ σὲ κόλαση.


Ἀπὸ τὴ σειρὰ τῶν φυλλαδίων 
«Η ΦΩΝΗ ΤΩΝ ΠΑΤΕΡΩΝ» 
τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Παρακλήτου Ὠρωποῦ Ἀττικῆς

Προσευχή (Διδαχές Αγίου Νεκταρίου Πενταπόλεως)


Προσευχή

Τὸ κύριο ἔργο τοῦ ἀνθρώπου εἶναι ἡ προσευχή. Ὁ ἄνθρωπος πλάστηκε γιὰ νὰ ὑμνεῖ τὸ Θεό. Αὐτὸ εἶναι τὸ ἔργο ποὺ τοῦ ἁρμόζει. Αὐτὸ μόνο ἐξηγεῖ τὴν πνευματική του ὑπόσταση. Αὐτὸ μόνο δικαιώνει τὴν ἐξέχουσα θέση του μέσα στὴ δημιουργία. Ὁ ἄνθρωπος πλάστηκε γιὰ νὰ λατρεύει τὸ Θεὸ καὶ νὰ μετέχει στὴ θεία Του ἀγαθότητα καὶ μακαριότητα.

Ὡς εἰκόνα τοῦ Θεοῦ ποὺ εἶναι, λαχταράει γιὰ τὸ Θεὸ καὶ τρέχει μὲ πόθο νὰ ἀνυψωθεῖ πρὸς Αὐτόν. Μὲ τὴν προσευχὴ καὶ τὴν ὑμνῳδία εὐφραίνεται. Τὸ πνεῦμα του ἀγάλλεται καὶ ἡ καρδιὰ του σκιρτάει. Ὅσο περισσότερο προσεύχεται, τόσο ἡ ψυχή του ἀπογυμνώνεται ἀπὸ τὶς κοσμικὲς ἐπιθυμίες καὶ γεμίζει ἀπὸ τὰ οὐράνια ἀγαθά. Καὶ ὅσο ἀποχωρίζεται τὰ γήϊνα καὶ τὶς ἡδονὲς τοῦ βίου, τόσο περισσότερο ἀπολαμβάνει τὴν οὐράνια εὐφροσύνη. Ἡ δοκιμὴ καὶ ἡ πείρα μᾶς ἐπιβεβαιώνουν τὴν ἀλήθεια αὐτή.

Ὁ Θεὸς εὐαρεστεῖται στὶς προσευχὲς ἐκεῖνες ποὺ προσφέρονται μὲ τὸν πρέποντα τρόπο, δηλαδὴ μὲ συναίσθηση τῆς ἀτέλειας καὶ τῆς ἀναξιότητός μας. Γιὰ νὰ ὑπάρξει ὅμως τέτοια συναίσθηση, ἀπαιτεῖται τέλεια αὐταπάρνηση τοῦ κακοῦ μας ἑαυτοῦ καὶ ὑποταγὴ στὶς ἐντολὲς τοῦ Θεοῦ, ἀπαιτεῖται ταπείνωση καὶ ἀδιάλειπτη πνευματικὴ ἐργασία.

Ἀναθέστε ὅλες τὶς φροντίδες σας στὸ Θεό. Ἐκεῖνος προνοεῖ γιὰ σᾶς. Μὴ γίνεστε ὀλιγόψυχοι καὶ μὴν ταράζεστε. Αὐτὸς ποὺ ἐξετάζει τὰ ἀπόκρυφα βάθη τῆς ψυχῆς τῶν ἀνθρώπων, γνωρίζει καὶ τὶς δικές σας ἐπιθυμίες καὶ ἔχει τὴ δύναμη νὰ τὶς ἐκπληρώσει ὅπως Αὐτὸς γνωρίζει. Ἐσεῖς νὰ ζητᾶτε ἀπὸ τὸ Θεὸ καὶ νὰ μὴ χάνετε τὸ θάρρος σας. Μὴ νομίζετε ὅτι, ἐπειδὴ ὁ πόθος σας εἶναι ἅγιος, ἔχετε δικαίωμα νὰ παραπονιέστε, ὅταν οἱ προσευχές σας δὲν εἰσακούονται. Ὁ Θεὸς ἐκπληρώνει τοὺς πόθους σας μὲ τρόπο ποὺ ἐσεῖς δὲν γνωρίζετε. Νὰ εἰρηνεύετε λοιπὸν καὶ νὰ ἐπικαλεῖστε τὸ Θεό.

Οἱ προσευχὲς καὶ οἱ δεήσεις ἀπὸ μόνες τους δὲν μᾶς ὁδηγοῦν στὴν τελειότητα. Στὴν τελείωση ὁδηγεῖ ὁ Κύριος, ποὺ ἔρχεται καὶ κατοικεῖ μέσα μας, ὅταν ἐμεῖς ἐκτελοῦμε τὶς ἐντολές Του. Καὶ μία ἀπὸ τὶς πρῶτες ἐντολὲς εἶναι νὰ γίνεται στὴ ζωή μας τὸ θέλημα ὄχι τὸ δικό μας, ἀλλὰ τοῦ Θεοῦ. Καὶ νὰ γίνεται μὲ τὴν ἀκρίβεια ποὺ γίνεται στὸν οὐρανὸ ἀπὸ τοὺς ἀγγέλους. Γιὰ νὰ μποροῦμε κι ἐμεῖς νὰ λέμε: «Κύριε, ὄχι ὅπως ἐγὼ θέλω, ἄλλ’ ὅπως Ἐσύ, «γεννηθήτω τὸ θέλημά Σου, ὡς ἐν οὐρανῷ καὶ ἐπὶ τῆς γῆς»». Χωρὶς λοιπὸν τὸ Χριστὸ μέσα μας, οἱ προσευχὲς καὶ οἱ δεήσεις ὁδηγοῦν στὴν πλάνη.


Ἀπὸ τὴ σειρὰ τῶν φυλλαδίων 
«Η ΦΩΝΗ ΤΩΝ ΠΑΤΕΡΩΝ» 
τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Παρακλήτου Ὠρωποῦ Ἀττικῆς

Πνευματικός Αγώνας (Διδαχές Αγίου Νεκταρίου Πενταπόλεως)




Πνευματικός Αγώνας

Σκοπὸς τῆς ζωῆς μας εἶναι νὰ γίνουμε τέλειοι καὶ ἅγιοι. Νὰ ἀναδειχθοῦμε παιδιὰ τοῦ Θεοῦ καὶ κληρονόμοι τῆς βασιλείας τῶν οὐρανῶν. Ἂς προσέξουμε μήπως, γιὰ χάρη τῆς παρούσας ζωῆς, στερηθοῦμε τὴ μέλλουσα, μήπως, ἀπὸ τὶς βιοτικὲς φροντίδες καὶ μέριμνες, ἀμελήσουμε τὸ σκοπὸ τῆς ζωῆς μας.

Ἡ νηστεία, ἡ ἀγρυπνία καὶ ἡ προσευχὴ ἀπὸ μόνες τους δὲν φέρνουν τοὺς ἐπιθυμητοὺς καρπούς, γιατί αὐτὲς δὲν εἶναι ὁ σκοπὸς τῆς ζωῆς μας, ἀποτελοῦν τὰ μέσα γιὰ νὰ πετύχουμε τὸ σκοπό.

Στολίστε τὶς λαμπάδες σας μὲ ἀρετές. Ἀγωνιστεῖτε ν’ ἀποβάλετε τὰ πάθη τῆς ψυχῆς. Καθαρίστε τὴν καρδιά σας ἀπὸ κάθε ρύπο καὶ διατηρῆστε τὴν ἁγνή, γιὰ νὰ ἔρθει καὶ νὰ κατοικήσει μέσα σας ὁ Κύριος, γιὰ νὰ σᾶς πλημμυρίσει τὸ Ἅγιο Πνεῦμα μὲ τὶς θεῖες δωρεές.

Παιδιά μου ἀγαπητά, ὅλη σας ἡ ἀσχολία καὶ ἡ φροντίδα σ’ αὐτὰ νὰ εἶναι. Αὐτὰ ν’ ἀποτελοῦν σκοπὸ καὶ πόθο σας ἀσταμάτητο. Γι’ αὐτὰ νὰ προσεύχεστε στὸ Θεό. Νὰ ζητᾶτε καθημερινὰ τὸν Κύριο, ἀλλὰ μέσα στὴν καρδιά σας καὶ ὄχι ἔξω ἀπὸ αὐτήν. Καὶ ὅταν Τὸν βρεῖτε, σταθεῖτε μὲ φόβο καὶ τρόμο, ὅπως τὰ Χερουβεὶμ καὶ τὰ Σεραφείμ, γιατί ἡ καρδιά σας ἔγινε θρόνος τοῦ Θεοῦ. Ἀλλὰ γιὰ νὰ βρεῖτε τὸν Κύριο, ταπεινωθεῖτε μέχρι τὸ χῶμα, γιατί ὁ Κύριος βδελύσσεται τοὺς ὑπερήφανους, ἐνῷ ἀγαπάει καὶ ἐπισκέπτεται τοὺς ταπεινοὺς στὴν καρδιά.

Ἂν ἀγωνίζεσαι τὸν ἀγώνα τὸν καλό, ὁ Θεὸς θὰ σὲ ἐνισχύσει. Στὸν ἀγώνα ἐντοπίζουμε τὶς ἀδυναμίες, τὶς ἐλλείψεις καὶ τὰ ἐλαττώματά μας. Εἶναι ὁ καθρέφτης τῆς πνευματικῆς μας καταστάσεως. Ὅποιος δὲν ἀγωνίστηκε, δὲν γνώρισε τὸν ἑαυτό του.

Προσέχετε καὶ τὰ μικρὰ ἀκόμα παραπτώματα. Ἄν σᾶς συμβεῖ ἀπὸ ἀπροσεξία κάποια ἁμαρτία, μὴν ἀπελπιστεῖτε, ἀλλὰ σηκωθεῖτε γρήγορα καὶ προσπέστε στὸ Θεό, ποὺ ἔχει τὴ δύναμη νὰ σᾶς ἀνορθώσει.

Μέσα μας ἔχουμε ἀδυναμίες καὶ πάθη καὶ ἐλαττώματα βαθιὰ ριζωμένα, πολλὰ εἶναι καὶ κληρονομικά. Ὅλα αὐτὰ δὲν κόβονται μὲ μία σπασμωδικὴ κίνηση οὔτε μὲ τὴν ἀδημονία καὶ τὴ βαρειὰ θλίψη, ἀλλὰ μὲ ὑπομονὴ καὶ ἐπιμονή, μὲ καρτερία, μὲ φροντίδα καὶ προσοχή.

Ἡ ὑπερβολικὴ λύπη κρύβει μέσα της ὑπερηφάνεια. Γί’ αὐτὸ εἶναι βλαβερὴ καὶ ἐπικίνδυνη, καὶ πολλὲς φορὲς παροξύνεται ἀπὸ τὸ διάβολο, γιὰ ν’ ἀνακόψει τὴν πορεία τοῦ ἀγωνιστῆ.

Ὁ δρόμος ποὺ ὁδηγεῖ στὴν τελειότητα εἶναι μακρύς. Εὔχεστε στὸ Θεὸ νὰ σᾶς δυναμώνει. Νὰ ἀντιμετωπίζετε μὲ ὑπομονὴ τὶς πτώσεις σας καί, ἀφοῦ γρήγορα σηκωθεῖτε, νὰ τρέχετε καὶ νὰ μὴ στέκεστε, σὰν τὰ παιδιά, στὸν τόπο ποὺ πέσατε, κλαίγοντας καὶ θρηνώντας ἀπαρηγόρητα.

Ἀγρυπνεῖτε καὶ προσεύχεστε, γιὰ νὰ μὴν μπεῖτε σὲ πειρασμό. Μὴν ἀπελπίζεστε, ἂν πέφτετε συνέχεια σὲ παλιὲς ἁμαρτίες. Πολλὲς ἀπ’ αὐτὲς εἶναι καὶ ἀπὸ τὴ φύση τους ἰσχυρὲς καὶ ἀπὸ τὴ συνήθεια. Μὲ τὴν πάροδο τοῦ χρόνου, ὅμως, καὶ μὲ τὴν ἐπιμέλεια νικιοῦνται. Τίποτα νὰ μὴ σᾶς ἀπελπίζει.


Ἀπὸ τὴ σειρὰ τῶν φυλλαδίων 
«Η ΦΩΝΗ ΤΩΝ ΠΑΤΕΡΩΝ» 
τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Παρακλήτου Ὠρωποῦ Ἀττικῆς.

Τρίτη 26 Μαΐου 2015

Ὁ δεκάλογος τοῦ Χριστιανικοῦ Νόμου (μέρος β΄)

Ἁγίου Γρηγορίου
τοῦ Παλαμᾶ


Οὐ μοιχεύσεις

Δὲν θὰ μοιχεύσεις (Ἐξ. 20:13) οὔτε θὰ πορνεύσεις, γιὰ νὰ μὴ γίνεις, ἀντὶ μέλος τοῦ Χριστοῦ, μέλος τῆς πόρνης καὶ ἀποκοπεῖς ἀπὸ τὸ θεϊκὸ σῶμα καὶ ξεπέσεις ἀπὸ τὴ θεϊκὴ κληρονομιὰ καὶ ριχτεῖς στὴ γέεννα. Γιατί ἄν, σύμφωνα μὲ τὸν μωσαϊκὸ νόμο ἔπρεπε νὰ καίγεται ἡ κόρη τοῦ ἱερέα, ποῦ θὰ πιανόταν νὰ πορνεύει, ἐπειδὴ ἐξευτέλισε τὸν πατέρα της, πολὺ περισσότερο δὲν πρέπει νὰ καίγεται στὴν αἰώνια κόλαση ἐκεῖνος ποῦ κόλλησε τέτοιο μόλυσμα στὸ σῶμα τοῦ Χριστοῦ;

Ὄχι μόνο νὰ μὴν πορνεύσεις, μὰ καὶ τὴν παρθενία, ἂν μπορεῖς, ν' ἀσκήσεις, γιὰ ν' ἀνήκεις ὁλοκληρωτικὰ στὸ Θεὸ καὶ νὰ προσκολληθεῖς σ' Αὐτὸν μὲ τέλεια ἀγάπη, παραμένοντας κοντά Του σ' ὅλη σου τὴ ζωὴ καὶ φροντίζοντας πάντοτε χωρὶς περισπασμοὺς ὅ,τι ἄφορα τὸν Κύριο, ἀπολαμβάνοντας ἀπὸ τώρα τὴ μέλλουσα ζωὴ καὶ ζώντας σὰν ἄγγελος Θεοῦ πάνω στὴ γῆ. 

Γιατί ἡ παρθενία εἶναι γνώρισμα τῶν ἀγγέλων καὶ μ' αὐτοὺς γίνεται ὅμοιος, ὅσο εἶναι δυνατόν, ὅποιος ἀσκεῖ τὴν παρθενία, μολονότι ἔχει σῶμα• ἢ μᾶλλον, πρὶν ἀπ' αὐτούς, γίνεται ὅμοιος μὲ τὸν Πατέρα, ποὺ γέννησε προαιώνια τὸν Υἱὸ μὲ τρόπο παρθενικό, καὶ μὲ τὸν παρθένο Υἱό, ποὺ γεννήθηκε προαιώνια ἀπὸ Πατέρα παρθένο καὶ σαρκώθηκε στοὺς ἔσχατους καιροὺς ἀπὸ Μητέρα παρθένα, καὶ μὲ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα, ποὺ προβάλλεται μὲ τρόπο ἀνέκφραστο μόνο ἀπὸ τὸν Πατέρα, ὄχι μὲ γέννηση, ἀλλὰ μὲ ἐκπόρευση. 

Μ' Αὐτὸν τὸ Θεὸ ἐξομοιώνεται καὶ ἑνώνεται, συνάπτοντας μαζί Του ἄφθαρτο γάμο, ἐκεῖνος ποὺ διάλεξε τὴν ἀληθινὴ παρθενία, ποὺ παρθενεύει στὴν ψυχὴ καὶ στὸ σῶμα, ποὺ ὀμορφαίνει ὅλες τὶς αἰσθήσεις καὶ τὸ λόγο καὶ τὴ διάνοια μὲ τὰ κάλλη τῆς παρθενίας.

Ἄν, πάλι, δὲν προτιμᾶς τὴν παρθενία οὔτε τὴν ὑποσχέθηκες στὸ Θεό, σοῦ ἐπιτρέπεται νὰ πάρεις μὲ γάμο μία γυναίκα, σύμφωνα μὲ τοὺς νόμους τοῦ Κυρίου. Μόνο μ' αὐτὴν νὰ συγκατοικεῖς, μόνο αὐτὴν νὰ ἔχεις δική σου, μὲ στόχο τὸν ἁγιασμό. Μ' ὅλη σου τὴ δύναμη νὰ μένεις μακριὰ ἀπὸ ἄλλες γυναῖκες. Καὶ θὰ μπορέσεις νὰ φυλαχτεῖς ἀπ' αὐτές, ἂν ἀποφεύγεις τὶς ἄκαιρες συνομιλίες μαζί τους, ἂν γυρίζεις τὰ μάτια καὶ τοῦ σώματος καὶ τῆς ψυχῆς σου μακριά τους, ὅσο εἶναι δυνατόν, ἂν δὲν εὐχαριστιέσαι στὰ πορνικὰ λόγια καὶ ἀκούσματα καὶ ἂν συνηθίσεις νὰ μὴ βλέπεις μὲ περιέργεια τὴν ὀμορφιὰ τῶν προσώπων. 

Γιατί ὅποιος κοιτάξει γυναίκα μὲ πονηρὴ ἐπιθυμία, ἔχει κιόλας διαπράξει μέσα του μοιχεία μαζί της, καὶ γὶ αὐτὸ εἶναι ἀκάθαρτος ἐνώπιον τοῦ Χριστοῦ, ποὺ βλέπει μέσα στὴν καρδιά. Ἐπιπλέον, ἀπ' αὐτὸ τὸ πονηρὸ κοίταγμα, καταντάει, ὁ δύστυχος, καὶ στὴ διάπραξη μὲ τὸ σῶμα τῆς αἰσχρῆς ἁμαρτίας. Ἀλλὰ γιατί μιλάω μόνο γιὰ πορνεῖες καὶ μοιχεῖες καὶ ὅλα τὰ μολύσματα ποὺ συνδέονται μὲ τὴ φυσικὴ λειτουργία, ἀφοῦ καὶ στὶς παρὰ φύση ἀσέλγειες σέρνεται ἀκόλαστα ὁ ἄνθρωπος, ὅταν περίεργα παρατηρεῖ τὰ κάλλη τῶν σωμάτων;

Ἄν, λοιπόν, ἐσὺ κόψεις ἀπ' τὸν ἑαυτό σου τὶς πικρὲς ρίζες, δὲν θὰ μαζέψεις θανατηφόρους καρπούς, ἀλλὰ θὰ καρπωθεῖς τὴν ἁγνεία καὶ τὴ συνακόλουθή της ἁγιότητα, χωρὶς τὴν ὅποια κανεὶς δὲν θ' ἀντικρύσει τὸν Κύριο.




Οὐ φονεύσεις

Δὲν θὰ διαπράξεις φόνο (Ἐξ. 20:15), γιὰ νὰ μὴν πάψεις νὰ εἶσαι παιδὶ Ἐκείνου, ποὺ καὶ τοὺς νεκροὺς ζωοποιεῖ, καὶ γιὰ νὰ μὴ γίνεις μὲ τὰ ἔργα σου παιδὶ ἐκείνου, ποὺ ἦταν ἐξαρχῆς ἀνθρωποκτόνος. Καὶ ἐπειδὴ ὁ φόνος προέρχεται ἀπὸ χτύπημα, τὸ χτύπημα ἀπὸ βρισιά, ἡ βρισιὰ ἀπὸ ὀργὴ καὶ ἡ ὀργὴ ἀπὸ ζημιὰ ἢ χτύπημα ἢ βρισιὰ ἄλλου, γι' αὐτὸ εἶπε ὁ Χριστός: 

«Ἂν κάποιος σοῦ πάρει τὸ πανωφόρι, μὴν τὸν ἐμποδίσεις νὰ σοῦ πάρει καὶ τὸ πουκάμισο» (Λούκ. 6:29). Ἂν κάποιος σὲ χτυπήσει, μὴν τὸν χτυπήσεις κι ἐσύ. Ἂν κάποιος σὲ βρίσει, μὴν τὸν βρίσεις κι ἐσύ. Ἔτσι θὰ λυτρώσεις ἀπὸ τὸ ἁμάρτημα τοῦ φόνου τόσο τὸν ἑαυτό σου ὅσο κι ἐκεῖνον ποὺ σοῦ κάνει κακό. Ἐσύ, ἐπιπλέον, θὰ λάβεις καὶ τὴ συγχώρηση τῶν ἁμαρτημάτων σου ἀπὸ τὸ Θεό. 

Γιατί λέει: «Συγχωρῆστε, καὶ θὰ συγχωρηθεῖτε» (πρβλ. Ματθ. 6:14). Ἐκεῖνος, ὅμως, ποὺ λέει καὶ κάνει τὸ κακό, θὰ καταδικαστεῖ στὴν αἰώνια κόλαση. Γιατί ὁ Χριστὸς εἶπε: «Ὅποιος πεῖ τὸν ἀδελφό του "ἠλίθιε", εἶναι ἔνοχος γιὰ τὴ φωτιὰ τῆς κολάσεως» (Ματθ. 5:22).

Ἄν, λοιπόν, μπορέσεις ν' ἀποσπάσεις μαζὶ μὲ τὶς ρίζες του τὸ κακό, ἐξασφαλίζοντας στὴν ψυχή σου τὴ μακαριότητα τῆς πραότητος, δόξασε τὸ Χριστό, τὸ διδάσκαλο καὶ συνεργό μας στὴν κατόρθωση τῶν ἀρετῶν. Χωρὶς Αὐτόν, ὅπως ἔχεις μάθει, δὲν μποροῦμε νὰ κάνουμε κανένα καλό. Ἄν, πάλι, δὲν μπορέσεις νὰ παραμείνεις ἤρεμος καὶ νὰ μὴν ὀργιστεῖς, νὰ τὰ βάζεις μὲ τὸν ἑαυτό σου, ποὺ ὀργίζεται, καὶ νὰ ζητᾶς συγχώρηση τόσο ἀπὸ τὸ Θεὸ ὅσο καὶ ἀπὸ τὸν ἄνθρωπο ποὺ ἄκουσε ἢ ἔπαθε κακὸ ἀπὸ σένα. 

Γιατί ὅποιος μετανοεῖ στὴν ἀρχὴ τῆς ἁμαρτίας, δὲν φτάνει στὸ τέλος της• καὶ ὅποιος δὲν πονάει γιὰ τὰ μικρὰ ἁμαρτήματά του, θὰ πέσει, μετὰ τὰ μικρά, καὶ στὰ μεγάλα.




Οὐ κλέψεις

Δὲν θὰ κλέψεις (Ἐξ. 20:14), γιὰ νὰ μὴ σοῦ ἀνταποδώσει πολλαπλάσια τὴν τιμωρία ὁ Θεός, ποὺ γνωρίζει τὶς κρυφὲς πράξεις. Καλύτερα, λοιπόν, νὰ δίνεις κρυφὰ καὶ ἀπὸ τὰ ὑπάρχοντά σου σ' ἐκείνους ποὺ ἔχουν ἀνάγκη, γιὰ νὰ λάβεις ἀπὸ τὸ Θεό, ποὺ βλέπει καθετὶ κρυφό, ἑκατὸ φορὲς περισσότερα καὶ ζωὴ αἰώνια στὸν μελλοντικὸ κόσμο.




Οὐ ψευδομαρτυρήσεις κατὰ τοῦ πλησίον σου...

Δὲν θὰ συκοφαντήσεις (πρβλ. Ἐξ. 20:16), γιὰ νὰ μὴ μοιάσεις στὸ διάβολο, ποὺ συκοφάντησε τὸ Θεὸ στὴν Εὕα, καὶ γίνεις καταραμένος, ὅπως ἐκεῖνος. Καλύτερα, λοιπόν, νὰ σκεπάσεις κιόλας τὸ ἁμάρτημα τοῦ πλησίον ἐκτὸς κι ἂν αὐτὸ βλάψει πολλοὺς ἄλλους , γιὰ νὰ μὴ μοιάσεις στὸν Χάμ, ἀλλὰ στὸν Σὴμ καὶ τὸν Ἰάφεθ, κι ἔτσι νὰ πετύχεις τὴν εὐλογία*.


* (Ο Σήμ, ὁ Χὰμ καὶ ὁ Ἰάφεθ ἦταν οἱ τρεῖς γιοὶ τοῦ Νῶε. Κάποτε ὁ Νῶε ἤπιε πολὺ κρασί, μέθυσε καὶ ξεγυμνώθηκε. Ὁ γιὸς τοῦ Χάμ, βλέποντας τὴ γύμνια τοῦ Πατέρα, τὸ ἀνήγγειλε κοροϊδευτικὰ στοὺς δυὸ ἀδελφούς του. Ἐκεῖνοι ὄχι μόνο δὲν γέλασαν σὲ βάρος τοῦ Νῶε, ἀλλὰ πῆραν ἀμέσως ἕνα μανδύα καί, βαδίζοντας πρὸς τὰ πίσω, γιὰ νὰ μὴ δοῦν τὴ γύμνια του, τὸν σκέπασαν μὲ σεβασμό. Ὅταν συνῆλθε ὁ Νῶε καὶ ἔμαθε τί εἶχε γίνει, καταράστηκε τὸν Χάμ, ἐνῶ εὐλόγησε τὸν Σὴμ καὶ τὸν Ἰάφεθ (Γέν. 9:18-27).




Οὐκ ἐπιθυμήσεις... ὅσα τῷ πλησίον σου ἐστί

Δὲν θὰ ἐπιθυμήσεις κάτι τοῦ πλησίον σου, οὔτε κτῆμα οὔτε χρήματα οὔτε δόξα οὔτε τίποτ' ἄλλο ἀπ' ὅσα ἀνήκουν σ' αὐτὸν (πρβλ. Ἐξ. 20:17). Γιατί ἡ ἐπιθυμία, ὅταν συλληφθεῖ στὴν ψυχή, γεννάει τὴν ἁμαρτία• καὶ ἡ ἁμαρτία, ὅταν ὁλοκληρωθεῖ, γεννάει τὸ θάνατο.

Ἂν ἐσὺ δὲν ἐπιθυμεῖς τὰ ξένα, θὰ μείνεις μακριὰ ἀπὸ τὴν πλεονεξία καὶ τὴν ἁρπαγὴ τῶν ξένων. Καλύτερα εἶναι, λοιπόν, νὰ δώσεις καὶ ἀπὸ τὰ δικά σου σ' ἐκεῖνον πού σου ζητάει καὶ νὰ ἐλεήσεις, ὅσο μπορεῖς, ἐκεῖνον ποὺ ἔχει ἀνάγκη. Ἂν κάποιος θέλει νὰ τοῦ δανείσεις κάτι, μὴν τοῦ τὸ ἀρνηθεῖς. Ἂν βρεῖς κάτι ποὺ ἔχει χαθεῖ, νὰ τὸ παραδώσεις στὸν ἰδιοκτήτη του, ἀκόμα κι ἂν εἶναι ἐχθρός σου. Ἔτσι, καὶ θὰ συμφιλιωθεῖς μαζί του καὶ θὰ νικήσεις τὸ κακὸ μὲ τὸ ἀγαθό, ὅπως σὲ προστάζει ὁ Χριστός.

Ἂν τηρεῖς τὰ παραπάνω μ' ὅλη σου τὴ δύναμη καὶ μ' αὐτὰ ζεῖς, θὰ ἀποθηκεύσεις στὴν ψυχή σου τὸ θησαυρὸ τῆς εὐσέβειας, θὰ εὐαρεστήσεις τὸ Θεό, θὰ εὐεργετηθεῖς ἀπ' Αὐτὸν καὶ τοὺς ἀνθρώπους Του καὶ θὰ γίνεις κληρονόμος τῶν αἰώνιων ἀγαθῶν, ποὺ εἴθε νὰ τ' ἀποκτήσουμε ὅλοι, μὲ τὴ χάρη καὶ τὴ φιλανθρωπία τοῦ Κυρίου καὶ Θεοῦ καὶ Σωτήρα μας Ἰησοῦ Χριστοῦ. Σ' Αὐτὸν πρέπει κάθε δόξα, τιμὴ καὶ προσκύνηση, μαζὶ μὲ τὸν ἄναρχο Πατέρα Του καὶ τὸ πανάγιο καὶ ἀγαθὸ καὶ ζωοποιὸ Πνεῦμα, τώρα καὶ πάντοτε καὶ στοὺς ἀτέλειωτους αἰῶνες. Ἀμήν.

Ὁ δεκάλογος τοῦ Χριστιανικοῦ Νόμου (μέρος α΄)

Ἁγίου Γρηγορίου
τοῦ Παλαμᾶ


Κύριος ὁ Θεὸς ἡμῶν, Κύριος εἷς ἐστιν

Ὁ Κύριος, ὁ Θεός σου, εἶναι ἕνας Κύριος (Δεύτ. 6:4), ποὺ ἀναγνωρίζεται ὡς Πατέρας, Υἱὸς καὶ Ἅγιο Πνεῦμα. Ὁ Πατέρας εἶναι ἀγέννητος. Ὁ Υἱὸς ἔχει γεννηθεῖ ἀπὸ τὸν Πατέρα ἀνάρχως, ἀχρόνως καὶ ἀπαθῶς, ὡς Λόγος, καὶ ἔχει ὀνομαστεῖ Χριστός, ἐπειδὴ ἔχρισε ἀπὸ τὸν ἑαυτὸ Του τὴν ἀνθρώπινη φύση ποὺ πῆρε ἀπὸ μᾶς. Τὸ Ἅγιο Πνεῦμα προέρχεται ἀπὸ τὸν Πατέρα, ὄχι ὅμως μὲ γέννηση, ἄλλα μὲ ἐκπόρευση. Αὐτὸς εἶναι ὁ μόνος Θεός, Αὐτὸς εἶναι ὁ ἀληθινὸς Θεός, ὁ ἕνας Κύριος σὲ τρεῖς ὑποστάσεις, ποὺ δὲν διαιρεῖται ὡς πρὸς τὴ φύση, τὴ βουλή, τὴ δόξα, τὴ δύναμη, τὴν ἐνέργεια καὶ ὅλα τὰ γνωρίσματα τῆς θεότητος.

Αὐτόν, τὸν ἕνα Τριαδικὸ Θεό, μόνο θ' ἀγαπήσεις καὶ Αὐτὸν μόνο θὰ λατρέψεις μ’ ὅλη τη διάνοιά σου καὶ μ' ὅλη τὴν καρδιά σου καὶ μ' ὅλη τη δύναμή σου. Καὶ θὰ εἶναι τὰ λόγια Του καὶ τὰ προστάγματά Του μέσα στὴν καρδιά σου, γιὰ νὰ τὰ πράττεις καὶ νὰ τὰ μελετᾶς καὶ νὰ τὰ λὲς ὅταν κάθεσαι, ὅταν βαδίζεις, ὅταν βρίσκεσαι στὸ κρεβάτι, ὅταν σηκώνεσαι. Νὰ θυμᾶσαι ἀδιάκοπα τὸν Κύριο, τὸ Θεό σου. Αὐτὸν μονάχα νὰ φοβᾶσαι. Μητ' Ἐκεῖνον μήτε τὶς ἐντολές Του νὰ λησμονήσεις. Ἔτσι θὰ σοῦ δώσει δύναμη νὰ κάνεις τὸ θέλημά Του. Γιατί δὲν ζητάει ἀπὸ σένα τίποτ' ἄλλο, παρὰ νὰ Τοῦ εἶσαι ἀφοσιωμένος καὶ νὰ Τὸν ἀγαπᾶς καὶ νὰ βαδίζεις στοὺς δρόμους ὅλων τῶν ἐντολῶν Του. Αὐτὸς εἶναι τὸ καύχημά σου καὶ Αὐτὸς ὁ Θεός σου.

Μαθαίνοντας πὼς οἱ ὑπερκόσμιοι ἄγγελοι εἶναι ἀπαθεῖς καὶ ἀόρατοι καὶ πὼς ὁ διάβολος, ποὺ ξέπεσε ἀπὸ τὸν οὐρανό, εἶναι πολὺ κακός, σοφός, δυνατὸς καὶ πολυμήχανος στὸ νὰ πλανάει τὸν ἄνθρωπο, μὴ νομίσεις πὼς εἶναι κανένας τους ὁμότιμος μὲ τὸ Θεό. Βλέποντας, ἐπίσης, τὸ μέγεθος τοῦ οὐρανοῦ καὶ τὴν κινητική του πολυπλοκότητα, τὴ λαμπρότητα τοῦ ἥλιου, τὴ φωτεινότητα τῆς σελήνης, τὴν καθαρότητα τῶν ἄλλων ἄστρων, τὴν εὐχρηστία τοῦ ἀέρα στὴν ἀναπνοή, τὸν πλοῦτο τῶν προϊόντων τῆς γῆς καὶ τῆς θάλασσας, μὴ θεοποιήσεις κανένα ἀπ' αὐτά. Ὅλα εἶναι κτίσματα τοῦ μόνου Θεοῦ ὑποταγμένα σ' Αὐτόν, ποὺ τὰ δημιούργησε ἀπὸ τὸ μηδὲν μὲ τὸ λόγο Του. 

«Αὐτὸς εἶπε κι ἔγιναν, Αὐτὸς πρόσταξε καὶ δημιουργήθηκαν» (Ψάλμ. 32:9). Μόνο Αὐτόν, λοιπόν, τὸν Κύριο καὶ Δημιουργό του σύμπαντος, θὰ δοξάσεις ὡς Θεό, σ' Αὐτὸν θὰ προσκολληθεῖς μὲ ἀγάπη καὶ σ' Αὐτὸν θὰ μετανοεῖς μέρα νύχτα γιὰ τὰ ἐκούσια καὶ ἀκούσια ἁμαρτήματά σου. Γιατί Αὐτὸς εἶναι σπλαχνικὸς καὶ ἐλεήμων, μακρόθυμος καὶ πολυέλεος καὶ ἀγαθοποιὸς αἰώνιος. Αὐτὸς ἔχει ὑποσχεθεῖ καὶ δίνει τὴν οὐράνια καὶ ἀδιάδοχη βασιλεία, τὸν ἀνώδυνο βίο, τὴν ἀθάνατη ζωὴ καὶ τὸ ἀνέσπερο φῶς, γιὰ νὰ τ' ἀπολαμβάνουν ὅσοι Τὸν σέβονται, Τὸν προσκυνοῦν, Τὸν ἀγαποῦν καὶ τηροῦν τὶς ἐντολές Του.

Ἀλλὰ ὁ ἴδιος εἶναι καὶ Θεὸς ζηλωτὴς καὶ κριτὴς δίκαιος καὶ ἐκδικητὴς φρικτός. Στοὺς ἀσεβεῖς καὶ ἀνυπάκουους, ποὺ παραβαίνουν τὰ προστάγματά Του, ἐπιβάλλει κόλαση αἰώνια, φωτιὰ ἄσβεστη, ὀδύνη ἀκατάπαυστη, θλίψη ἀπαρηγόρητη, χώρα σκοτεινὴ καὶ στενάχωρη, ποὺ ἑτοίμασε γιὰ τὸν πρῶτο πονηρὸ ἀποστάτη, τὸ διάβολο, καὶ γιὰ ὅλους ὅσοι πλανήθηκαν ἀπ' αὐτὸν καὶ τὸν ἀκολούθησαν, ἀφοῦ ἀρνήθηκαν τὸν Πλάστη τους μὲ τὰ ἔργα, τὰ λόγια καὶ τὶς σκέψεις τους.




Οὐ ποιήσεις σεαυτῷ εἴδωλον, οὐδὲ παντὸς ὁμοίωμα...

Μὴν κατασκευάσεις ποτὲ ὁμοίωμα κάποιου ἀπ' ὅσα εἶναι πάνω στὸν οὐρανὸ καὶ κάτω στὴ γῆ καὶ μέσα στὰ νερά, γιὰ νὰ τὰ λατρεύεις καὶ νὰ τὰ δοξάζεις σὰν θεοὺς (Ἐξ. 20:4-5). Γιατί ὅλα αὐτὰ εἶναι κτίσματα τοῦ μόνου Θεοῦ, ποὺ στοὺς στερνοὺς καιρούς, ἀφοῦ σαρκώθηκε σὲ παρθενικὴ μήτρα, φανερώθηκε στὴ γῆ καὶ συναναστράφηκε τοὺς ἀνθρώπους. Καὶ ἀφοῦ ἔπαθε καὶ πέθανε καὶ ἀναστήθηκε γιὰ τὴ σωτηρία τῶν ἄνθρωπων, ἀνέβηκε μὲ τὸ σῶμα Του στοὺς οὐρανοὺς καὶ κάθησε ψηλά, στὰ δεξιὰ τοῦ παντοδύναμου Θεοῦ. Μ' αὐτὸ τὸ σῶμα θὰ ἔρθει πάλι μὲ δόξα, γιὰ νὰ κρίνει ζωντανοὺς καὶ νεκρούς.

Ἀπὸ ἀγάπη, λοιπόν, σ' Ἐκεῖνον, ποὺ ἔγινε ἄνθρωπος γιὰ τὴ σωτηρία μας, θὰ κάνεις τὴν εἰκόνα Του. Καὶ μέσω τῆς εἰκόνας θὰ θυμᾶσαι καὶ θὰ προσκυνᾶς Ἐκεῖνον. Μέσω τῆς εἰκόνας θὰ ὑψώνεις τὸ νοῦ σου στὸ προσκυνητὸ σῶμα τοῦ Σωτήρα, ποὺ κάθεται στὰ δεξιά του Πατέρα, στὸν οὐρανό. Θὰ κάνεις ἐπίσης καὶ τῶν ἁγίων τὶς εἰκόνες καὶ θὰ τὶς προσκυνᾶς κι αὐτὲς ὄχι σὰν θεούς, γιατί εἶναι ἀπαγορευμένο, ἀλλὰ γιὰ τὴ σχέση σου μαζί τους καὶ γιὰ τὴ διάθεσή σου ἀπέναντί τους καὶ γιὰ τὴ μεγάλη τιμὴ ποὺ τοὺς πρέπει ἐνῶ ὁ νοῦς σου καὶ πάλι θὰ πηγαίνει σ' ἐκείνους μεσ’ ἀπὸ τὶς εἰκόνες. Ἔτσι ἔκανε καὶ ὁ Μωυσῆς: Ἔφτιαξε τὶς εἰκόνες τῶν Χερουβεὶμ καὶ τὶς ἔβαλε μέσα στὰ Ἅγια τῶν Ἁγίων γιὰ νὰ δοξάσει ὄχι τὰ κτίσματα, ἀλλὰ μέσω αὐτῶν τὸν κτίστη τοῦ κόσμου Θεὸ (Ἐξ. 25:17-19).

Κι ἐσύ, λοιπόν, δὲν θὰ θεοποιήσεις τὶς εἰκόνες τοῦ Χριστοῦ καὶ τῶν ἁγίων, ἀλλὰ μέσω αὐτῶν θὰ προσκυνᾶς Ἐκεῖνον, πού, ἀφοῦ πρῶτα μᾶς ἔπλασε κατ' εἰκόνα Του, ὕστερα εὐδόκησε ἀπὸ ἄφατη φιλανθρωπία νὰ πάρει ὁ ἴδιος τὴν ἀνθρώπινη εἰκόνα Του καὶ νὰ γίνει περιγραπτὸς σύμφωνα μ' αὐτήν. Καὶ δὲν θὰ προσκυνήσεις μόνο τὴν εἰκόνα τοῦ Κυρίου, ἀλλὰ καὶ τὸν τύπο τοῦ σταυροῦ Του. Γιατί εἶναι σημεῖο πανίσχυρο καὶ τρόπαιο τοῦ Χριστοῦ κατὰ τοῦ διαβόλου καὶ ὅλης τῆς δαιμονικῆς παρατάξεως. Γι' αὐτὸ τοὺς πιάνει φρίκη καὶ τρέπονται σὲ φυγή, ὅταν βλέπουν νὰ γίνεται τὸ σημεῖο τοῦ σταυροῦ. 

Καὶ πρὶν τὴ Σταύρωση ἀκόμα, ὁ τύπος τοῦ σταυροῦ δοξάστηκε πολὺ ἀπὸ τοὺς προφῆτες καὶ ἔκανε μεγάλα θαύματα. Ἀλλὰ καὶ στὴ δευτέρα παρουσία τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ Χριστοῦ, ποὺ καρφώθηκε στὸ σταυρὸ καὶ ποὺ θὰ ἔρθει γιὰ νὰ κρίνει ζωντανοὺς καὶ νεκρούς, θὰ προπορεύεται αὐτὸ τὸ μεγάλο καὶ φοβερὸ σημεῖο Του μὲ δύναμη καὶ λαμπρότητα πολλή. Δόξασε, λοιπόν, τώρα τὸ σταυρό, γιὰ νὰ τὸν ἀτενίσεις τότε μὲ θάρρος καὶ νὰ δοξαστεῖς μαζί του.

Θὰ προσκυνήσεις καὶ τὶς εἰκόνες τῶν ἁγίων, ἐπειδὴ αὐτοὶ συσταυρώθηκαν μὲ τὸν Κύριο, κάνοντας στὸ πρόσωπό σου τὸ σημεῖο τοῦ σταυροῦ καὶ φέρνοντας στὸ νοῦ σου τὴ συμμετοχή τους στὰ παθήματα τοῦ Χριστοῦ. Θὰ προσκυνήσεις, ἐπίσης, καὶ τὰ ἅγια σκηνώματά τους καὶ κάθε λείψανο τῶν ὀστῶν τους, γιατί δὲν χωρίστηκε ἀπ' αὐτὰ ἡ χάρη τοῦ Θεοῦ, ὅπως ἀκριβῶς δὲν χωρίστηκε ἡ θεότητα ἀπὸ τὸ προσκυνητὸ σῶμα τοῦ Χριστοῦ κατὰ τὸν ζωοποιό Του θάνατο.




Οὐ λήψει τὸ ὄνομα Κυρίου τοῦ Θεοῦ σου ἐπὶ ματαίω

Δὲν θὰ χρησιμοποιήσεις μάταια τὸ ὄνομα τοῦ Κυρίου καὶ Θεοῦ σου (Ἐξ. 20:7), κάνοντας ψεύτικο ὅρκο γιὰ ὁποιοδήποτε γήινο πράγμα ἀπὸ φόβο ἀνθρώπου ἢ ἀπὸ ντροπὴ ἢ γιὰ δικό σου κέρδος. Γιατί ἡ ἐπιορκία εἶναι ἄρνηση τοῦ Θεοῦ.

Νὰ μὴν ὁρκίζεσαι, λοιπόν, καθόλου. Ν' ἀποφεύγεις τελείως τὸν ὅρκο, γιατί ἀπὸ τὸν ὅρκο ἔρχεται ἡ ἐπιορκία, ποὺ ἀποξενώνει τὸν ἄνθρωπο ἀπὸ τὸ Θεὸ καὶ κατατάσσει τὸν ἐπίορκο μὲ τοὺς παρανόμους. Ἂν λὲς παντοτινὰ τὴν ἀλήθεια, θὰ σὲ πιστεύουν ὅπως ἂν ἔπαιρνες ὅρκο.

Κι ἂν ποτὲ συμβεῖ νὰ ὁρκιστεῖς πράγμα ποὺ πρέπει νὰ ἀπεύχεσαι, ἐφόσον μὲν πρόκειται γιὰ κάτι σύμφωνο μὲ τὸν θεῖο νόμο, θὰ τὸ ἐκτελέσεις ὡς νόμιμο, ἀλλὰ θὰ θεωρήσεις φταίχτη τὸν ἑαυτό σου γιὰ τὴν ὁρκοδοσία, καὶ μὲ ἐλεημοσύνη, ἱκεσία, πένθος καὶ κακοπάθεια τοῦ σώματος θὰ ζητήσεις τὸ ἔλεος τοῦ Χριστοῦ, ποὺ εἶπε νὰ μὴν ὁρκίζεσαι διόλου (Μάτθ. 5:34)• ἂν πάλι ὁρκίστηκες γιὰ κάτι παράνομο, πρόσεξε μὴν τυχὸν τὸ ἐκτελέσεις, ἐπειδὴ πῆρες ὅρκο, γιὰ νὰ μὴ σὲ κατατάξει ὁ Θεὸς μὲ τὸν προφητοκτόνο Ἡρώδη, πού, γιὰ νὰ μὴν ἀθετήσει τὸν ὅρκο του, ἀποκεφάλισε τὸν Τίμιο Πρόδρομο (Μάτθ. 14:7-12). Ἀθέτησε καλύτερα τὸν παράνομο ἐκεῖνο ὅρκο, βάλε νόμο στὸν ἑαυτό σου νὰ μὴν ὁρκιστεῖς ποτὲ πιὰ καὶ ζῆτα τὸ ἔλεος τοῦ Θεοῦ, χρησιμοποιώντας πιὸ ἐπίπονα τὰ παραπάνω φάρμακα μαζὶ μὲ δάκρυα.




Μνήσθητι τὴν ἡμέραν τῶν σαββάτων ἁγιάζειν αὐτήν

Μία ἡμέρα τῆς ἑβδομάδας ὀνομάζεται Κυριακή, ἐπειδὴ εἶναι ἀφιερωμένη στὸν Κύριο, ποὺ ἀναστήθηκε ἀπὸ τοὺς νεκροὺς αὐτὴ τὴν ἡμέρα, δείχνοντας καὶ πιστοποιώντας ἀπὸ πρὶν τὴν ἀνάσταση ὅλων τῶν ἄνθρωπων, ὅποτε θὰ σταματήσει κάθε γήινο ἔργο.

Τὴν Κυριακή, λοιπόν, θὰ τὴν ἀφιερώσεις στὸ Θεὸ (Ἐξ. 20:8). Δὲν θὰ κάνεις καμιὰ βιοτικὴ ἐργασία, ἐκτὸς ἀπὸ τὶς ἀναγκαῖες. Καὶ αὐτοὺς ποὺ ἐργάζονται γιὰ σένα ἢ μένουν μαζί σου, θὰ τοὺς ἀφήσεις ν' ἀναπαυθοῦν, γιὰ νὰ δοξάσετε ὅλοι μαζὶ Ἐκεῖνον ποὺ μᾶς ἀγόρασε μὲ τὸ θάνατό Του καὶ ἀναστήθηκε, ἀνασταίνοντας μαζί Του καὶ τὴν ἀνθρώπινη φύση μας.

θὰ φέρεις στὸ νοῦ σου τὴ μέλλουσα ζωή, θὰ μελετήσεις ὅλες τὶς ἐντολὲς καὶ τοὺς νόμους τοῦ Κυρίου, θὰ ἐξετάσεις τὸν ἑαυτό σου, μὴν τυχὸν ἔχεις παραβεῖ ἢ παραλείψει κάτι, καὶ θὰ τὸν διορθώσεις σὲ ὅλα. Τὴν ἡμέρα αὐτή, ἐπίσης, θὰ πᾶς στὸ ναὸ τοῦ Θεοῦ, θὰ πάρεις μέρος στὴ λατρευτικὴ σύναξη καὶ θὰ κοινωνήσεις μὲ εἰλικρινὴ πίστη καὶ ἀκατάκριτη συνείδηση τὸ ἅγιο Σῶμα καὶ Αἷμα τοῦ Χριστοῦ. Καὶ θὰ βάλεις ἀρχὴ μίας ζωῆς πιὸ ἅγιας, ἀνακαινίζοντας τὸν ἑαυτό σου καὶ ἑτοιμάζοντάς τον γιὰ τὴν ὑποδοχὴ τῶν μελλοντικῶν αἰώνιων ἀγαθῶν.

Γιὰ χάρη αὐτῶν τῶν ἀγαθῶν, οὔτε τὶς ἄλλες ἡμέρες θὰ κάνεις κατάχρηση τῶν γήινων πραγμάτων καὶ φροντίδων. Τὴν Κυριακή, ὅμως, ἐπειδὴ θὰ εἶσαι ἀφοσιωμένος στὸ Θεό, θὰ τ' ἀποφεύγεις ὅλα, ἐκτὸς ἀπὸ τὰ ἀπολύτως ἀναγκαία, χωρὶς τὰ ὅποια εἶναι ἀδύνατο νὰ ζήσεις. Κι ἔτσι, ἔχοντας τὸ Θεὸ καταφύγιό σου, οὔτε θὰ πᾶς πουθενά, οὔτε τὴ φωτιὰ τῶν παθῶν θ' ἀνάψεις, οὔτε τὸ φορτίο τῆς ἁμαρτίας θὰ σηκώσεις.

Τὴν «ἡμέρα τῶν σαββάτων» (Ἐξ. 20:8), λοιπόν, τὴν Κυριακή, θὰ τὴν ἀφιερώσεις στὸ Θεό, σαββατίζοντας μὲ τὴν ἀπραξία τῶν κακῶν, ἀπέχοντας δηλαδὴ ἀπὸ καθετὶ κακό. Στὶς Κυριακὲς νὰ προσθέσεις καὶ τὶς καθιερωμένες μεγάλες ἑορτές, τὰ ἴδια κάνοντας καὶ ἀπὸ τὰ ἴδια ἀπέχοντας.




Τίμα τὸν πατέρα σου καὶ τὴν μητέρα σου...

Τίμα τὸν πατέρα σου καὶ τὴ μητέρα σου (Ἐξ. 20:12), γιατί μέσω αὐτῶν σ' ἔφερε στὴ ζωὴ ὁ Θεὸς καὶ αὐτοί, μετὰ τὸ Θεό, εἶναι αἴτιοι γιὰ τὸ ὅτι ὑπάρχεις. Κι ἐσύ, λοιπόν, μετὰ τὸ Θεό, αὐτοὺς θὰ τιμήσεις καὶ θ' ἀγαπήσεις, ἐφόσον, βεβαίως, ἡ ἀγάπη σου σ' ἐκείνους συντελεῖ στὸ ν' ἀγαπήσεις τὸ Θεό. 

Ἄν, ὅμως, δὲν συντελεῖ, φεῦγα ἀπὸ κοντά τους ἀμέσως. Ἄν, ἐπιπλέον, σοὺ εἶναι καὶ ἐμπόδιο, καὶ μάλιστα στὴν ἀληθινὴ καὶ σωτήρια πίστη, ἐπειδὴ ἔχουν ἄλλη πίστη, δὲν θὰ φύγεις μονάχα, ἀλλὰ καὶ θ' ἀπαρνηθεῖς καὶ αὐτοὺς καὶ ὅλους, μ' ὅσους ἔχεις συγγένεια ἢ φιλία ἢ ἄλλη σχέση, καὶ τὰ ἴδια σου τὰ μέλη καὶ τὶς ἐπιθυμίες τους καὶ τὸ σῶμα σου ὁλόκληρο καὶ τὴν διὰ τοῦ σώματος σχέση σου μὲ τὰ πάθη. 

Γιατί ὁ Χριστὸς εἶπε: «Ὅποιος δὲν ἀπαρνιέται τὸν πατέρα του καὶ τὴ μητέρα του, τὴ γυναίκα του καὶ τὰ παιδιά του, τοὺς ἀδελφοὺς καὶ τὶς ἀδελφές του, ἀκόμα καὶ τὴν ἴδια του τὴ ζωή, καὶ δὲν σηκώνει τὸ σταυρό του καὶ δὲν μὲ ἀκολουθεῖ, δὲν εἶναι ἄξιος γιὰ μαθητής μου» (πρβλ. Λουκ. 14:26-27• Ματθ. 10:37).

Αὐτὰ γιὰ τοὺς σαρκικοὺς γονεῖς, τοὺς ἀδελφοὺς καὶ τοὺς φίλους. Ἐκείνους, ὅμως, ποὺ ἔχουν τὴν ἴδια πίστη μ' ἐσένα καὶ δὲν σ' ἐμποδίζουν ἀπὸ τὴ σωτηρία, καὶ θὰ τοὺς τιμήσεις καὶ θὰ τοὺς ἀγαπήσεις.

Κι ἂν πρέπει νὰ τιμᾶς ἔτσι τοὺς σαρκικοὺς γονεῖς σου, πόσο περισσότερο πρέπει νὰ τιμήσεις καὶ ν' ἀγαπήσεις τοὺς πνευματικούς σου πατέρες; 

Αὐτοὶ σὲ μετέφεραν ἀπὸ τὴν ἁπλὴ βιολογικὴ ζωὴ στὴν πνευματικὴ ζωὴ τῆς ἀρετῆς•
σοῦ μετέδωσαν τὸ φωτισμὸ τῆς γνώσεώς•
σοῦ δίδαξαν τὴν ἀλήθεια•
σὲ ἀναγέννησαν μὲ τὸ λουτρὸ τῆς παλιγγενεσίας•
ἔβαλαν μέσα σου τὴν ἐλπίδα τῆς ἀναστάσεως, τῆς ἀθανασίας καὶ τῆς οὐράνιας βασιλείας•
σ' ἔκαναν, ἀπὸ ἀνάξιο, ἄξιο τῶν αἰωνίων ἀγαθῶν καί, ἀπὸ ἐπίγειο, οὐράνιο καί, ἀπὸ πρόσκαιρο, αἰώνιο καὶ γιὸ καὶ μαθητὴ ὄχι ἀνθρώπου, ἀλλὰ τοῦ θεανθρώπου Ἰησοῦ Χριστοῦ, ποὺ σοῦ χάρισε τὸ Πνεῦμα, τὸ ὁποῖο κάνει τοὺς ἀνθρώπους παιδιὰ τοῦ Θεοῦ, καὶ ποὺ εἶπε: «Μὴν ὀνομάσετε κανέναν πατέρα ἢ ἀρχηγό σας στὴ γῆ, γιατί ἕνας εἶναι ὁ πατέρας καὶ ὁ ἀρχηγός σας, ὁ Χριστός» (πρβλ. Ματθ. 23:9-10).

Ὀφείλεις, λοιπόν, κάθε τιμὴ καὶ ἀγάπη στοὺς πνευματικούς σου πατέρες, γιατί ἡ τιμή, ποὺ ἀπονέμεις σ' αὐτούς, ἀναφέρεται στὸ Χριστό, στὸ Πανάγιο Πνεῦμα, ποὺ σ' ἔκανε παιδὶ τοῦ Θεοῦ, καὶ στὸν ἐπουράνιο Πατέρα, ποὺ δίνει ζωὴ καὶ ὕπαρξη σ' ὅλα τὰ ὄντα, οὐράνια καὶ ἐπίγεια. Θὰ φροντίσεις, μάλιστα, νὰ ἔχεις σ' ὅλη σου τὴ ζωὴ πνευματικὸ πατέρα, γιὰ νὰ τοῦ ἐξομολογεῖσαι κάθε ἁμαρτία καὶ κάθε λογισμό σου, καὶ νὰ παίρνεις ἀπ' αὐτὸν τὴ θεραπεία καὶ τὴν ἄφεση.

Στοὺς πνευματικοὺς πατέρες ἔχει δοθεῖ ἡ ἐξουσία νὰ συγχωροῦν ἢ νὰ μὴ συγχωροῦν τὶς ψυχές. Καὶ ὅ,τι κρατήσουν ἀσυγχώρητο στὴ γῆ, θὰ εἶναι ἀσυγχώρητο καὶ στὸν οὐρανό, ἐνῶ ὅ,τι συγχωρήσουν στὴ γῆ, θὰ εἶναι συγχωρημένο καὶ στὸν οὐρανό. Αὐτὴ τὴ χάρη καὶ τὴ δύναμη ἔλαβαν ἀπὸ τὸ Χριστό. Γι' αὐτὸ θὰ ὑπακοῦς σ' αὐτοὺς χωρὶς καμιὰν ἀντιλογία, γιὰ νὰ μὴν ὁδηγήσεις τὴν ψυχή σου στὴν ἀπώλεια. Γιατί ἂν θανατωνόταν σύμφωνα μὲ τὸν μωσαϊκὸ νόμο, ὅποιος ἀντιμιλοῦσε στοὺς σαρκικοὺς γονεῖς του, καὶ μάλιστα σὲ πράγματα ποὺ δὲν ἀπαγόρευε ὁ νόμος τοῦ Θεοῦ, πὼς εἶναι δυνατὸ νὰ μὴ διώχνει τὸ Πνεῦμα τοῦ Θεοῦ μακριά του καὶ νὰ μὴ χάνει τὴν ψυχὴ του ὅποιος ἀντιμιλάει στοὺς πνευματικούς του πατέρες; Γι' αὐτό, ὡς τὸ τέλος τῆς ζωῆς σου, καὶ νὰ τοὺς συμβουλεύεσαι καὶ νὰ τοὺς ὑπακοῦς, γιὰ νὰ σωθεῖ ἡ ψυχή σου καὶ νὰ γίνεις κληρονόμος τῶν αἰώνιων καὶ ἄφθαρτων ἀγαθῶν.