Τετάρτη 12 Ιουλίου 2023

Ἑρμηνεία τῆς Θείας Λειτουργίας


Ἅγιος Νικόλαος ὁ Καβάσιλας



ΠΡΟΛΟΓΟΣ ἐκ τῆς ΙΕΡΑΣ ΜΟΝΗΣ ΠΑΡΑΚΛΗΤΟΥ



Η ΘΕΙΑ Λειτουργία ἀποτελεῖ τὸ κέντρο τῆς ὀρθόδοξης λατρείας. Εἶναι τὸ μεγαλύτερο μυστήριο τῆς Ἐκκλησίας μας, τὸ μυστήριο τῆς παρουσίας τοῦ Χριστοῦ ἀνάμεσά μας. Γι᾿ αὐτὸ καὶ παραμένει πάντα ἡ μοναδικὴ ἐλπίδα ἀληθινῆς ζωῆς γιὰ τὸν ἄνθρωπο.

Στὸν πνευματικὸ χῶρο τῆς θείας Λειτουργίας μᾶς εἰσάγει ἀριστοτεχνικὰ ὁ ἅγιος Νικόλαος Καβάσιλας, μεγάλος μυστικὸς θεολόγος καὶ κορυφαῖος θεωρητικὸς της λειτουργικοπνευματικῆς ζωῆς, ὁ σημαντικότερος ἐκπρόσωπος τοῦ ὀρθόδοξου ἀνθρωπισμοῦ τοῦ 14ου αἰῶνα.

Γεννήθηκε στὴ Θεσσαλονίκη γύρω στὰ 1322. Ἀνατράφηκε χριστιανικὰ ἀπὸ τὴν εὐσεβῆ μητέρα του, ποὺ μετὰ τὴ χηρεία της (1363) ἔγινε μοναχή, διδάχθηκε τὰ ἐγκύκλια γράμματα ἀπὸ τὸν λόγιο θεῖο του Νεῖλο Καβάσιλα, ποὺ ἀργότερα ἀναδείχθηκε σὲ μητροπολίτη Θεσσαλονίκης (1361-1363), καὶ καλλιεργήθηκε πνευματικὰ μέσα στοὺς ἡσυχαστικοὺς κύκλους τῆς γενέτειράς του, ποὺ διευθύνονταν ἀπὸ τὸ μαθητὴ τοῦ ὁσίου Γρηγορίου τοῦ Σιναΐτη Ἰσίδωρο, τὸν κατοπινὸ οἰκουμενικὸ πατριάρχη (1347-1349).

Γιὰ ἑφτὰ περίπου χρόνια (1335-1342) σπούδασε στὴν Κωνσταντινούπολη φιλοσοφία, θεολογία, ρητορική, νομική, μαθηματικὰ καὶ ἀστρονομία.

Στὴν πατρίδα του ξαναβρέθηκε στὰ χρόνια της ἐπαναστάσεως καὶ κυριαρχίας τῶν Ζηλωτῶν (1342-1349), παίρνοντας ἐνεργὸ μέρος στὶς πολιτικὲς ζυμώσεις, καθὼς καὶ στὰ 1363-1364 γιὰ οἰκογενειακὲς ὑποθέσεις. Τὸ ὑπόλοιπο καὶ μεγαλύτερο μέρος τῆς ζωῆς του τὸ πέρασε στὴ Βασιλεύουσα, ὅπου, πέρα ἀπὸ τὴν ἐνασχόλησή του μὲ τὰ κοινὰ πράγματα -κοντὰ στ᾿ ἄλλα διετέλεσε καὶ σύμβουλος τοῦ αὐτοκράτορα Ἰωάννη ΣΤ´ Καντακουζηνοῦ (1347-1355)-, ἐπιδόθηκε σὲ περαιτέρω μελέτες καὶ στὴ συγγραφή. Τελικά, πάντως, ἀποσύρθηκε ἀπὸ τὰ ἐγκόσμια καί, καθὼς φαίνεται, ἔγινε μοναχός, ἴσως καὶ κληρικός. Κοιμήθηκε εἰρηνικὰ μετὰ τὸ 1391, πιθανότατα στὴ μονὴ τῶν Μαγγάνων.

Στὴν τελευταία καὶ ὥριμη περίοδο τῆς ζωῆς τοῦ ἱεροῦ Καβάσιλα ἀνήκουν τὰ δυὸ κύρια πνευματικά του ἔργα, «Εἰς τὴν θείαν λειτουργίαν» καὶ «Περὶ τῆς ἐν Χριστῷ ζωῆς», ποὺ εἶναι ἀπὸ τὰ λαμπρότερα κείμενα τῆς χριστιανικῆς γραμματείας. Μιὰ σύνθεση ἐκλεκτῶν ἀποσπασμάτων τοῦ πρώτου, σὲ νεοελληνικὴ ἀπόδοση, παρουσιάζεται στὶς ἑπόμενες σελίδες.

Ὁ θεόπνευστος λόγος τοῦ ἁγίου ἀνοίγει τὰ πνευματικά μας μάτια, κάνοντάς μας ἱκανοὺς νὰ πλησιάσουμε μὲ αἴσθηση ψυχῇς τὴ θεία Λειτουργία καὶ νὰ γίνουμε οὐσιαστικοὶ συμμέτοχοί της, ὄχι παθητικοὶ θεατές της. Ἔτσι θὰ μπορέσουμε ν᾿ ἀνταποκριθοῦμε μὲ ἐπίγνωση στὸ εὐφρόσυνο κάλεσμα ποὺ ἡ μητέρα μας Ἐκκλησία ἐπαναλαμβάνει σὲ κάθε εὐχαριστιακή της σύναξη: «Γεύσασθε καὶ ἴδετε ὅτι χρηστὸς ὁ Κύριος».




Ἑρμηνεία τῆς θείας Λειτουργίας 

ΠΡΟΟΙΜΙΟ

ΕΡΓΟ τῆς θείας Λειτουργίας εἶναι ἡ μεταβολὴ τῶν δώρων ποὺ προσφέρουν οἱ πιστοί – τοῦ ἄρτου καὶ τοῦ οἴνου – σὲ σῶμα καὶ αἷμα Χριστοῦ. Καὶ σκοπὸς τῆς εἶναι ὁ ἁγιασμὸς τῶν πιστῶν, οἱ ὁποῖοι μὲ τὴ θεία μετάληψη ἀποκομίζουν τὴν ἄφεση τῶν ἁμαρτιῶν τους, τὴν κληρονομία τῆς βασιλείας τῶν οὐρανῶν καὶ κάθε πνευματικὸ ἀγαθό.

Σ᾿ αὐτὸ τὸ ἔργο καὶ τὸ σκοπὸ συμβάλλουν οἱ προσευχές, οἱ ψαλμῳδίες, τὰ ἁγιογραφικὰ ἀναγνώσματα καὶ ὅλα ἐκεῖνα ποὺ τελοῦνται καὶ λέγονται στὴ διάρκεια τῆς Λειτουργίας. Μέσα σε αὐτὰ εἶναι σὰν νὰ βλέπουμε σὲ ἕνα πίνακα ζωγραφισμένη ὁλόκληρή τη ζωὴ τοῦ Χριστοῦ, ἀπὸ τὴν ἀρχὴ ὡς τὸ τέλος της. Γιατὶ ὁ καθαγιασμὸς τῶν δώρων, ἡ ἴδια δηλαδὴ ἡ θυσία, διακηρύσσει τὸν θάνατο, τὴν ἀνάσταση καὶ τὴν ἀνάληψή Του, καθὼς τὰ δῶρα αὐτὰ μεταβάλλονται στὸ ἴδιο τὸ σῶμα τοῦ Κυρίου, δηλαδὴ τὴν ἔλευσή Του στὸν κόσμο, τὴ δημόσια ἐμφάνισή Του, τὰ θαύματα καὶ τὴ διδασκαλία Του. Κι ἐκεῖνα ποὺ ἕπονται τῆς θυσίας, συμβολίζουν τὴν κάθοδο τοῦ Ἁγίου Πνεύματος στοὺς Ἀποστόλους, τὴν ἐπιστροφὴ τῶν ἀνθρώπων στὸ Θεὸ καὶ τὴν κοινωνία τους μαζί Του.

Οἱ πιστοὶ ποὺ ἐκκλησιάζονται καὶ συμμετέχουν σὲ ὅλα αὐτὰ μὲ προσηλωμένο τὸ νοῦ, γίνονται πιὸ σταθεροὶ στὴν πίστη, πιὸ θερμοὶ στὴν εὐλάβεια καὶ τὴν ἀγάπη τους πρὸς τὸν Θεό. Μὲ τέτοιες λοιπὸν διαθέσεις ἀξιώνονται νὰ πλησιάσουν καὶ τὴ φωτιὰ τῶν μυστηρίων καὶ νὰ μεταλάβουν μὲ κάθε ἀσφάλεια καὶ οἰκειότητα.

Αὐτὸ εἶναι συνοπτικὰ τὸ νόημα τῆς Θείας Λειτουργίας. Ἂς τὴν ἐξετάσουμε τώρα ὅσο μποροῦμε λεπτομερέστερα, ἀρχίζοντας μὲ ἐκεῖνα ποὺ τελοῦνται στὴν ἁγία Πρόθεση [Εἰδικὸς χῶρος ποὺ βρίσκεται ἀριστερὰ ἀπὸ τὴν ἁγία τράπεζα, ὅπου τοποθετοῦνται (προτίθενται-πρόθεση) τὰ δῶρα ποὺ προσφέρουν (προσκομίζουν-προσκομιδή) οἱ πιστοὶ γιὰ τὴ θεία Εὐχαριστία. Ἐδῶ γίνεται ἡ ἀναγκαία προετοιμασία τους ἀπὸ τὸν λειτουργὸ ἱερέα].



Η ΠΡΟΣΚΟΜΙΔΗ

Τὰ τίμια δῶρα

Τὸ ψωμὶ καὶ τὸ κρασὶ ποὺ προσφέρουν οἱ πιστοὶ γιὰ τὴ λειτουργία, καὶ τὰ ὁποία συμβολίζουν τὸ σῶμα καὶ τὸ αἷμα τοῦ Κυρίου, δὲν τοποθετοῦνται ἀπὸ τὴν ἀρχὴ στὸ Θυσιαστήριο γιὰ τὴ θυσία, ἀλλὰ πρῶτα τοποθετοῦνται στὴν ἁγία Πρόθεση καὶ ἀφιερώνονται στὸ Θεὸ σὰν δῶρα τίμια – αὐτὴ εἶναι πλέον καὶ ἡ ὀνομασία τους.

Προσφέρουμε στὸ Θεὸ ψωμὶ καὶ κρασί, γιατὶ αὐτὰ ἀποτελοῦν τροφὴ ἀποκλειστικὰ ἀνθρώπινη, μὲ τὴν ὁποία συντηρεῖται καὶ ἐκδηλώνεται ἡ ζωή μας. Γιὰ αὐτὸ καὶ πιστεύεται πώς, ὅταν προσφέρει κανεὶς τροφή, εἶναι σὰν νὰ προσφέρει τὴν ἴδια τη ζωή. 

Ἐπειδὴ λοιπὸν μὲ τὰ μυστήρια ὁ Θεός μας χαρίζει τὴν ἀνθρώπινη ζωή, ἦταν φυσικὸ καὶ τὸ δικό μας δῶρο νὰ εἶναι κατὰ κάποιο τρόπο ζωή, γιὰ νὰ μὴν εἶναι ἀταίριαστη ἡ προσφορά μας μὲ τὴν ἀνταπόδοση τοῦ Θεοῦ, ἀλλὰ νὰ ἔχει κάτι συγγενικό. Ἄλλωστε ὁ Κύριος παρήγγειλε νὰ Τοῦ προσφέρουμε ψωμὶ καὶ κρασί, κι Αὐτὸς πάλι μᾶς ἀνταποδίδει «ἄρτον οὐράνιον» καὶ «ποτήριον ζωῆς». Θέλησε νὰ Τοῦ προσφέρουμε ἐμεῖς ἐφόδια τῆς πρόσκαιρης ζωῆς, κι Ἐκεῖνος νὰ μᾶς ἀντιπροσφέρει τὴν αἰώνια ζωή. Γιὰ νὰ φανοῦν ἔτσι ἡ χάρη Του σὰν ἀμοιβὴ καὶ τὸ ἀμέτρητο ἔλεός Του σὰν πράξη δικαιοσύνης.



Ἀνάμνηση τῆς σταυρικῆς θυσίας

Ὁ ἱερέας ἀφοῦ πάρει στὰ χέρια του τὸν ἄρτο, ἀπὸ τὸν ὁποῖο θὰ κόψει τὸ ἱερὸ τμῆμα ποὺ θὰ μεταβληθεῖ σὲ σῶμα Χριστοῦ, λέει: «Εἰς ἀνάμνησιν τοῦ Κυρίου καὶ Θεοῦ καὶ Σωτῆρος ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ». Τὰ λόγια αὐτὰ ἀναφέρονται σὲ ὅλη τη λειτουργία καὶ ἀνταποκρίνονται στὴν παραγγελία ποὺ ἄφησε ὁ Χριστὸς ὅταν παρέδωσε τὸ μυστήριό της Θείας Εὐχαριστίας: «Τοῦτο ποιεῖτε εἰς τὴν ἐμὴν ἀνάμνησιν» (Λουκ. 22:19).

Ἀλλὰ ποιὰ εἶναι αὐτὴ ἡ ἀνάμνηση; Πῶς θὰ θυμηθοῦμε τὸν Κύριο στὴ Λειτουργία καὶ τί θὰ διηγηθοῦμε γιὰ Αὐτόν; Μήπως ἐκεῖνα ποὺ Τὸν ἀπέδειξαν Θεὸ παντοδύναμο; Ὅτι δηλαδὴ ἀνέστησε νεκρούς, χάρισε τὸ φῶς σὲ τυφλούς, πρόσταξε τοὺς ἀνέμους νὰ κοπάσουν, χόρτασε χιλιάδες ἀνθρώπους μὲ λίγα ψωμιά; Ὄχι, ὁ Χριστὸς δὲν ζήτησε νὰ θυμόμαστε αὐτά, ἀλλὰ μᾶλλον ἐκεῖνα ποὺ φανερώνουν ἀδυναμία, δηλαδὴ τὴ σταύρωση, τὸ πάθος, τὸ θάνατο. Γιατὶ τὰ πάθη ἦταν πιὸ ἀναγκαῖα ἀπὸ τὰ θαύματα. Τὰ πάθη τοῦ Χριστοῦ μᾶς προξενοῦν τὴ σωτηρία καὶ τὴν ἀνάσταση, ἐνῷ τὰ θαύματά Του ἀποδεικνύουν μόνο ὅτι Αὐτὸς εἶναι ὁ ἀληθινὸς Σωτήρας.

Ἀφοῦ λοιπὸν ὁ ἱερέας πεῖ, «Εἰς ἀνάμνησιν τοῦ Κυρίου…», προσθέτει ἐκεῖνα ποὺ δηλώνουν τὴ σταύρωση καὶ τὸ θάνατο. Τεμαχίζει δηλαδὴ μὲ τὸ μαχαίρι τὸν ἄρτο, λέγοντας τὴν προφητεία: 

«Σὰν πρόβατο ὁδηγήθηκε στὴν σφαγή. Καὶ σὰν ἀρνὶ ἀμώμητο, ποὺ παραμένει ἄφωνο μπροστὰ σ᾿ αὐτὸν ποὺ τὸ κουρεύει, ἔτσι κι Αὐτὸς δὲν ἀνοίγει τὸ στόμα Του. Καταδικάστηκε σὲ ταπεινωτικὸ θάνατο καὶ Τοῦ ἀρνήθηκαν δίκαιη κρίση. Καὶ ποιὸς μπορεῖ νὰ μᾶς μιλήσει γιὰ τὴν καταγωγή του; Γιατὶ ἐξαλείφθηκε ἡ ζωή Του ἀπὸ τὸ πρόσωπο τῆς γῆς» (Ἡσ. 53:7-8). 

Κι ἀφοῦ ἐναποθέσει στὸ ἅγιο Δισκάριο τὸ ἱερὸ τμῆμα ποὺ ἔκοψε (Ἀμνό), προσθέτει τὰ λόγια: «Θυσιάζεται ὁ Ἀμνὸς τοῦ Θεοῦ, ποὺ παίρνει ἐπάνω Του τὴν ἁμαρτία τῶν ἀνθρώπων» (πρβλ. Ἰω. 1:29). 

Μετὰ χαράζει πάνω στὸν Ἀμνὸ τὸ σημεῖο τοῦ σταυροῦ, δείχνοντας ἔτσι τὸν τρόπο ποὺ ἔγινε ἡ θυσία: μὲ τὸ σταυρό.

Ὕστερα, μὲ τὸ μαχαίρι ποὺ ἔχει σχῆμα λόγχης, κεντάει τὸν Ἀμνὸ στὸ δεξὶ μέρος καὶ λέει: «Ἕνας ἀπὸ τοὺς στρατιῶτες Του τρύπησε τὴν πλευρὰ μὲ τὴ λόγχη». 

Καὶ χύνοντας μέσα στὸ ἅγιο Ποτήριο κρασὶ καὶ νερό, συμπληρώνει: «κι ἀμέσως βγῆκε αἷμα καὶ νερό» (Ἰω. 19:34).





Μνημονεύσεις τῶν ὀνομάτων

Ὁ ἱερέας συνεχίζει τὴν Προσκομιδή. Ἀφαιρεῖ τώρα μικρὰ κομματάκια (μερίδες) ἀπὸ τοὺς ὑπόλοιπους ἄρτους, καὶ σὰν δῶρα ἱερὰ τὰ τοποθετεῖ στὸ ἅγιο Δισκάριο, λέγοντας γιὰ τὸ καθένα: «Εἰς δόξαν τῆς Παναγίας τοῦ Θεοῦ Μητρός», ἢ «Εἰς πρεσβείαν τοῦ τάδε ἢ τοῦ τάδε Ἁγίου» ἢ «Εἰς ἄφεσιν ἁμαρτιῶν τῶν τάδε ζώντων ἢ τῶν τάδε τεθνεώτων».

Τί σημαίνουν αὐτά; Εὐχαριστία στὸ Θεὸ καὶ ἱκεσία. Γιατὶ μὲ τὰ δῶρα μας εἴτε ἀνταποδίδουμε στὸν εὐεργέτη τὴν εὐεργεσία ποὺ μᾶς ἔκανε εἴτε καλοπιάνουμε κάποιον γιὰ νὰ μᾶς εὐεργετήσει. Ἔτσι καὶ ἐδῶ ἡ Ἐκκλησία, μὲ τὰ δῶρα ποὺ προσφέρει στὸ Θεό, Τὸν εὐχαριστεῖ γιατὶ στὰ πρόσωπα τῶν Ἁγίων της τῆς δόθηκαν ἡ ἄφεση τῶν ἁμαρτιῶν καὶ ἡ βασιλεία τῶν οὐρανῶν. Καὶ Τὸν ἱκετεύει νὰ δοθοῦν αὐτὰ τὰ ἀγαθὰ καὶ στὰ παιδιά της ποὺ ἀκόμα ζοῦν καὶ τὸ τέλος τους εἶναι ἀβέβαιο, καθὼς ἐπίσης καὶ σὲ ἐκεῖνα ποὺ ἔχουν πεθάνει, ἀλλὰ μὲ ἐλπίδες ὄχι τόσο καλὲς καὶ σίγουρες. Γιὰ αὐτὸ λοιπὸν μνημονεύει ὀνομαστικὰ πρῶτα τους Ἁγίους, ἔπειτα τοὺς ζῶντες καὶ τέλος τοὺς κεκοιμημένους. Καὶ γιὰ τοὺς Ἁγίους εὐχαριστεῖ, ἐνῷ γιὰ τοὺς ἄλλους ἱκετεύει.



Κάλυψη τῶν τιμίων δώρων

Τὰ ὅσα εἰπώθηκαν καὶ ἔγιναν πάνω στὸν Ἀμνό, γιὰ νὰ συμβολίσουν τὸ θάνατο τοῦ Κυρίου, εἶναι ἁπλὲς περιγραφὲς καὶ σύμβολα. Ὁ Ἀμνὸς παρέμεινε ἄρτος, μόνο ποὺ τώρα ἔγινε δῶρο ἀφιερωμένο στὸ Θεό, καὶ συμβολίζει τὸ σῶμα τοῦ Χριστοῦ στὴν πρώτη Του ἡλικία. Γιὰ αὐτὸ ὁ ἱερέας ἀναπαριστᾷ τὰ θαύματα ποὺ ἔγιναν στὸν νεογέννητο Κύριο στὴ φάτνη. 

Βάζει πάνω στὸν ἄρτο τὸν λεγόμενο Ἀστερίσκο καὶ λέει: «Καὶ νά, τὸ ἀστέρι ᾖρθε καὶ στάθηκε πάνω ἀπὸ τὸν τόπο, ὅπου ἦταν τὸ Παιδί» (Ματθ. 2:9). Ὕστερα σκεπάζει τὸ Δισκάριο καὶ τὸ Ποτήριο μὲ πολυτελῆ καλύμματα καὶ θυμιάζει. Γιατὶ ἀρχικὰ ἦταν συγκαλυμμένη ἡ δύναμη τοῦ Χριστοῦ, μέχρι τὸν καιρὸ ποὺ Αὐτὸς ἄρχισε νὰ θαυματουργεῖ, καὶ ὁ Θεὸς Πατέρας ἔδινε τὴ μαρτυρία Του ἀπὸ τὸν οὐρανό.

Ἀφοῦ λοιπὸν ὁλοκληρωθεῖ ἡ Προσκομιδή, ὁ λειτουργὸς ἔρχεται στὸ Θυσιαστήριο, στέκεται μπροστὰ στὴν ἁγία Τράπεζα καὶ ἀρχίζει τὴ Λειτουργία.



[ ... συνεχίζεται ... ]