Κυριακή 3 Ιουλίου 2016

Κυριακάτικο Κήρυγμα


ΚΥΡΙΑΚΗ Β’ ΜΑΤΘΑΙΟΥ
«Οι δε ευθέως αφέντες τα δίκτυα ηκολούθησαν αυτώ»


Η ΠΡΑΞΗ ΜΕ ΤΗΝ οποία εγκαινίασε ο Κύριος μας τη δημόσια δράση Του υπήρξε η κλήση των μαθητών Του. Αυτήν ακριβώς μας περιγράφει ο ευαγγελιστής Ματθαίος στην ευαγγελική περικοπή που ακούσαμε σήμερα.

Η σκηνή ξετυλίγεται «παρά την θάλασσαν της Γαλιλαίας», δηλαδή τη λίμνη της Τιβεριάδος ή της Γεννησαρέτ, όπως την ονόμαζαν αλλού τα ευαγγέλια λόγω των ομωνύμων πόλεων που ήταν χτισμένες στις όχθες της. Εδώ, λοιπόν, ο Χριστός εγκαινιάζει την δημόσια δράση Του. Από τους ψαράδες της Γαλιλαίας επιλέγει τους πρώτους μαθητές Του, τον Πέτρο και τον Ανδρέα, τον Ιάκωβο και τον Ιωάννη, τους γιούς του Ζεβεδαίου.

«Δεύτε οπίσω μου, και ποιήσω υμάς αλιείς ανθρώπων». Είναι το προσκλητήριο που τους απευθύνει. Ελάτε, ακολουθήστε με, και θα σας κάνω ψαράδες ανθρώπων. Και οι μαθητές, προετοιμασμένοι καθώς φαίνεται, σπεύδουν να τον ακολουθήσουν. «Οι δε ευθέως αφέντες τα δίκτυα», τονίζει ο ευαγγελιστής, ηκολούθησαν αυτώ»



Η στάση των μαθητών απέναντι στο προσκλητήριο του Χριστού

ΤΑ ΛΟΓΙΑ ΑΥΤΑ του Ευαγγελιστού διερμηνεύουν τις διαθέσεις των μαθητών. Μας αποκαλύπτουν τον τρόπο με τον οποίο ανταποκρίθηκαν στο προσκλητήριο του Χριστού μας. «Οι δε ευθέως αφέντες τα δίκτυα ηκολούθησαν αυτώ». Ευθέως σημαίνει αμέσως. Και δηλώνει την προθυμία με την οποία οι μαθητές άφησαν τα δίχτυα και έσπευσαν να ακολουθήσουν τον Κύριο. Αποκαλύπτει την αποφασιστικότητα τους να υπακούσουν στην πρόσκληση Του αντί πάσης θυσίας. 

«Σκόπει δε αυτών την πίστιν και την υπακοήν», ερμηνεύει ο άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος. «Και γαρ εν μέσοις τοις έργοις όντες, ακούσατε αυτού κελεύοντος, ουκ ανεβάλοντο, ουχ υπερέθεντο, ουκ είπον. Υποστρέψαντες οίκαδε, διαλεχθώμεν τοις προσήκουιν, αλλά πάντα αφέντες είποντο».

Το παράδειγμα αυτό των μαθητών του Κυρίου, ο τρόπος με τον οποίον ανταποκρίθηκαν στην πρόσκληση Του, είναι ανάγκη να προσδιορίζει και τη δική μας στάση, τη συμπεριφορά μας ως χριστιανών απέναντι στον Κύριο μας Ιησού Χριστό και το ευαγγέλιο Του.

Ως χριστιανοί κι εμείς είμαστε «κλητοί Ιησού Χριστού» (Ρωμ,1,6). Από την ώρα του βαπτίσματος μας γίναμε «μέτοχοι κλήσεως επουρανίου» (Εβρ. 3, 1). Ο Κύριος μας κάλεσε «εις την εαυτού βασιλείαν και δόξαν» (Α’ Θεσσ.2, 12). Το καίριο ερώτημα, λοιπόν, που γεννιέται είναι: ποια στάση υιοθετούμε απέναντι στην κλήση μας αυτή; Με ποιόν τρόπο ανταποκρινόμαστε στα όσα πηγάζουν από τη χριστιανική μας ιδιότητα; Η στάση των αποστόλων του Χριστού, στην οποία αναφέρεται το σημερινό ευαγγέλιο, μας προσφέρει δυο βασικά στοιχεία που θα πρέπει να εμπνέουν κι εμάς τους χριστιανούς.



Η προθυμία και η αυταπάρνηση βασικά γνωρίσματα του χριστιανού

ΤΟ ΠΡΩΤΟ ΕΙΝΑΙ η π ρ ο θ υ μ ί α . Προθυμία σημαίνει θερμή διάθεση, ζήλος και ενθουσιασμός, αγάπη και αφοσίωση. Το αντίθετο της προθυμίας είναι η απροθυμία και η νωθρότητα, η ανία και η αδιαφορία.

Ως χριστιανοί οφείλουμε να είμαστε πρόθυμοι. Να μας διακρίνει ζήλος. Να μας εμπνέει ο κατά Χριστόν ενθουσιασμός. Να μας χαρακτηρίζει η αφοσίωση και η θερμότητα της καρδιάς. Αυτό ακριβώς θέλει να πει ο Κύριος όταν υπογραμμίζει ότι «η Βασιλεία των ουρανών βιάζεται, και βιασταί αρπάζουσιν αυτήν» (Ματθ. 11, 12). Χωρίς προθυμία δεν κατακτάται η Βασιλεία του Θεού. Χωρίς προσπάθεια δεν μπορούμε να τηρήσουμε το νόμο του Κυρίου. Χωρίς ζήλο και αποφασιστικότητα είναι αδύνατο να ζήσουμε τη χριστιανική ζωή.

Ο απόστολος Παύλος, γράφοντας προς τους χριστιανούς της Ρώμης, καλεί όλους μας να είμαστε «τω πνεύματι ζέοντες» (Ρωμ. 12,11), δηλαδή θερμοί στην αγάπη μας προς τον Χριστό, θερμοί και πρόθυμοι στον αγώνα της χριστιανικής ζωής. «Ζειν ημάς κελεύει τω πνεύματι», εξηγεί ένας αρχαίος ερμηνευτής, «και θερμόν έχει περί τα θεία πόθον» (Θεοδώρητος). Ή, όπως παρατηρεί ο Ζιγαβηνός, να είμαστε «τη ψυχή διάπυροι περί τας εντολάς του Θεού».

Το δεύτερο γνώρισμα που μας αποκαλύπτει η στάση των μαθητών είναι η α υ τ α π ά ρ ν η σ η, το πνεύμα της θυσίας. Οι μαθηταί πρόθυμα και ανεπιφύλακτα αφήνουν τα πάντα και σπεύδουν ν’ ακολουθήσουν τον Χριστό. Και η αποστολική πορεία που διέγραψαν σφραγίζεται από το πνεύμα της θυσίας και της αυταπάρνησης.

Η αυταπάρνηση είναι γνώρισμα και κάθε γνήσιου χριστιανού. Το πνεύμα της προσφοράς και της θυσίας αποτελεί το θεμέλιο της χριστιανικής ζωής. Αντίθετα, αυτό που την αλλοιώνει και την αναιρεί είναι ο ατομισμός, η εγωπάθεια, η τρυφή και η ευμάρεια. Ο λόγος του Κυρίου για το ζήτημα αυτό είναι ξεκάθαρος: «Εί τις θέλει οπίσω μου ελθείν αμαρνησάσθω εαυτόν και αράτω τον σταυρόν αυτού και ακολουθήτω μοι» (Ματθ. 16, 24).



Που και πως εκφράζεται η προθυμία και η αυταπάρνηση

ΠΟΥ ΟΦΕΙΛΟΥΜΕ να εκδηλώνουμε προθυμία και ζήλο, θερμότητα και αυταπάρνηση; Μα, σε όλα. Σε κάθε πτυχή της χριστιανικής μας ζωής.

Στην λ α τ ρ ε ί α και την π ρ ο σ ε υ χ ή. Για να λατρεύσουμε τον Κύριο μας, για να συμμετάσχουμε στην ευχαριστιακή σύναξη της Κυριακής χρειάζεται να έχουμε προθυμία. Να το κάνουμε με διάθεση και αγάπη. Ξυπνώντας πρωί. 

Θυσιάζοντας λίγο από τον ύπνο μας. Αρνούμενοι κάτι άλλο πιο ελκυστικό: μια εκδρομή, ένα μπάνιο στη θάλασσα το καλοκαίρι. Αλλά και για να προσευχηθούμε στο σπίτι μας, κι αυτό προϋποθέτει προθυμία και θερμότητα ψυχής. Χρειάζεται να επιδείξουμε αποφασιστικότητα. Να διαθέσουμε λίγο χρόνο. Να επιμείνουμε.

Στο κ ή ρ υ γ μ α και τη μ ε λ έ τ η του θείου λόγου. Για τους πρώτους χριστιανούς της Βέροιας το βιβλίο των Πράξεων μας διασώζει μια θαυμάσια έκφραση: «εδέξαντο τον λόγον μετά πάσης προθυμίας» (Πραξ. 7,11). Κι εμείς, αγαπώντας το ζωντανό λόγο του Θεού, έχουμε χρέος να τον ακούμε με ζήλο και να τον μελετούμε με προθυμία. Η απροθυμία μας προς το κήρυγμα του θείου λόγου και η αδιαφορία μας για την μελέτη της Αγίας Γραφής είναι, δυστυχώς, η αιτία όλων των κακών που μας παραδέρνουν. Όλους μας, κληρικούς και λαϊκούς.

Τέλος, προθυμία και ζήλος στα κ α λ ά έ ρ γ α. Η μαρτυρία της πίστεως και τα έργα της αγάπης, χωρίς τα οποία δεν νοείται χριστιανική ζωή, προϋποθέτουν κι αυτά την ύπαρξη προθυμίας και ζήλου. Αν μας διακρίνει απροθυμία και νωθρότητα, τότε θα αδιαφορούμε για το χρέος μας. Και αν δεν έχουμε μέσα μας διάθεση αυταπάρνησης τότε θα στεκόμαστε ψυχροί και αδιάφοροι απέναντι των άλλων, στις ανάγκες και τον πόνο τους. Όμως η αποστολική σύσταση είναι να είμαστε «ζηλωταί καλών έργων» (Τιτ. 2, 14). Να επιδεικνύουμε «σπουδήν προς την πληροφορίαν της ελπίδος» και να μη γινόμαστε νωθροί (Εβρ. 6, 11).